Εἴκοσι
πέντε χρόνια πρὶν ὁ κανονικὸς καὶ οὐσιαστικὰ ὁ μοναδικὸς τρόπος γιὰ νὰ
μετακινηθεῖς στὴν Ἀθωνικὴ χερσόνησο ἦταν μὲ τὰ πόδια ἢ μὲ τὸ μουλάρι. Φτάνοντας
στὴ Δάφνη, ἀνέβαινες μὲ τὰ πόδια στὶς Καρυές· μπορεῖ μάλιστα νὰ εἶχες
περπατήσει ὣς ἐκεῖ ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ σύνορα.
Ἀπὸ τὶς Καρυὲς θὰ πήγαινες μὲ τὰ πόδια σὲ ὅποιο μοναστήρι
εἶχες διαλέξει γιὰ νὰ ἀρχίσεις τὴν περιοδεία σου. Ἀπὸ κεῖ συνέχιζες τὸ ταξίδι
σου ἀπὸ μονὴ σὲ μονή, ἢ ἀπὸ σκήτη σὲ σκήτη, μὲ τὰ πόδια. [...]
Ἡ κατάσταση δὲ τῶν μονοπατιῶν ἀντανακλοῦσε αὐτὸ τὸν
«περιπατητικὸ » κανόνα, ἕναν κανόνα ποὺ δὲν ἀπευθυνόταν μόνο στοὺς ἐπισκέπτες, ἀλλὰ
καὶ στοὺς μοναχούς.
Τὰ περισσότερα ἀπ’ αὐτὰ τὰ μονοπάτια εἶχαν ὄμορφα
λιθόστρωτα. Ὅλα ἦταν καθαρὰ καὶ καλοδιατηρημένα. Σὲ πολλὰ Μονοπάτια ὑπῆρχε σαφὴς
σηματοδότηση καὶ μερικὲς φορὲς ἀναφερόταν στοὺς ὁδοδεῖκτες ἡ ἀπόσταση σὲ
χιλιόμετρα ἢ σὲ ὧρες βαδίσματος, μέχρι τὸν προορισμὸ ποὺ ἔδειχναν.
Πηγὲς καὶ κρῆνες στὴν ἄκρη τῶν μονοπατιῶν διετηροῦντο
καθαρές, καὶ ὑπῆρχε Μάλιστα πολλὲς φορὲς κάποιο μεταλλικὸ κύπελο. Τὰ παρόδια εἰκονοστάσια
ἦταν περιποιημένα. […]
Σήμερα, τὰ μονοπάτια χρησιμοποιοῦνται ὅλο καὶ λιγότερο, σὲ
κάποιες δὲ περιπτώσεις καθόλου. Δὲν καθαρίζονται, οὔτε συντηροῦνται. Δὲν ἔχει μείνει
σχεδὸν οὔτε ἕνας ὁδοδείχτης.
Τὰ μονοπάτια τοῦ Ἄθωνα, αὐτὰ τὰ σεβάσμια μονοπάτια πάνω
στὰ ὁποῖα ἔχουν βαδίσει τὰ πόδια ἀναρίθμητων μοναχῶν καὶ προσκυνητῶν γιὰ
περισσότερα ἀπὸ χίλια χρόνια, ἐξαφανίζονται.
Τί νὰ σημαίνει ἄραγε αὐτό; Ἔχει κάποια σημασία; Νομίζω πὼς
ναί.
Κατ’ ἀρχάς, ξεκινώντας ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ ἐπισκέπτη τοῦ Ἁγίου
Ὄρους, ὑπονομεύεται, ἂν δὲν καταστρέφεται τελείως ἡ αἴσθηση, ἡ ἴδια ἡ
δυνατότητα τοῦ προσκυνήματος […] Δὲν εἶναι ἁπλῶς ζήτημα ἐπίσκεψης κάποιου
προσκυνήματος ἢ ἱεροῦ τόπου.
Εἶναι μιὰ σκόπιμη ἀπόσπαση ἀπὸ τὶς καθημερινὲς συνθῆκες ἄνεσης,
ρουτίνας, ἀσφάλειας καὶ εὐκολιῶν ποὺ βρίσκεσαι καὶ ἀπὸ τὴν παράδοση σ’ αὐτές. Ἀντίθετα
ἀπὸ τὸν τουρίστα, ποὺ σκοπὸ ἔχει νὰ δεῖ πράγματα καὶ νὰ ταξιδέψει σὲ συνθῆκες
ποὺ νὰ εἶναι ὅσο γίνεται πιὸ ἄνετες, ἀσφαλεῖς, οἰκεῖες, εὔκολες καὶ χωρὶς ἀπροσδόκητα,
ὁ προσκυνητὴς ἐγκαταλείπει τὴν ὑλική του ἐξάρτηση, βάζει τὴν ἐμπιστοσύνη του στὸ
Θεό, καὶ σαλπάρει γιὰ μιὰ ἀναζήτηση ποὺ εἶναι τόσο ἐσωτερικὴ ὅσο καὶ ἐξωτερική,
καὶ ἡ ὁποία βρίσκεται, κατὰ διάφορους βαθμούς, μέσα στὸ ἄγνωστο. Ἀπὸ τὴν ἄποψη
αὐτὴ ὁ προσκυνητὴς γίνεται ὁ τύπος τοῦ πνευματικοῦ ἀναζητητῆ. Ἀπομακρύνεται ὅσο
τὸ δυνατὸν περισσότερο ἀπὸ τὴν τεχνητότητα, μέσα στὴν ὁποία εἶναι κλεισμένη ἡ
ζωή του στὴν κοινωνία.
Τὸ περπάτημα λοιπὸν ἀποτελεῖ ἕνα οὐσιαστικὸ τμῆμα αὐτῆς τῆς
πνευματικῆς ἐξερεύνησης, τῆς μέσα καὶ τῆς ἔξω. Τὰ πόδια του
πατοῦν τὴ γῆ, τὴ γῆ ἀπὸ τὴν ὁποία εἶναι φτιαγμένος, καὶ ἀπὸ τὴν ὁποία εἶναι
συνήθως τόσο ἀποκομμένος, εἰδικὰ στὶς λίγο ἢ πολὺ ἐντελῶς ἀστικοποιημένες συνθῆκες
τῆς σύγχρονης ζωῆς. Μὲ τὰ μάτια, τὰ αὐτιὰ καὶ τὴ μύτη του ἀνανεώνει τὴν αἴσθηση
τῆς φυσικῆς ὀμορφιᾶς, τῆς ὀμορφιᾶς τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ.
Παρατηρεῖ
τὸ πέταγμα τοῦ πουλιοῦ καὶ τοῦ ἐντόμου, τὸν κυματισμὸ τοῦ φωτὸς πάνω στὰ φύλλα,
τὴν ἀδάμαστη ἀπεραντοσύνη τῆς θάλασσας · ἀφουγκράζεται τὸν ἦχο τοῦ νεροῦ, τὰ
καλέσματα τῶν πλασμάτων τοῦ Θεοῦ · εἰσπνέει τὸ ἄρωμα τῶν δέντρων, τῶν λουλουδιῶν
καὶ τοῦ χώματος.
Τὰ πόδια του κουράζονται, τὸ σῶμα του πονάει, ὁ ἱδρώτας
πέφτει ἀπὸ τὸ μέτωπό του, στάζει στὰ μάτια του καὶ τρέχει στὸ λαιμό του.
Δοκιμάζει κακουχίες καὶ ταλαιπωρία.
Μέσα ὅμως ἀπ’ ὅλα αὐτά, καὶ μόνο μέσα ἀπ’ αὐτά, μὲ τὴν
προσευχή, τὴν ἀφοσίωση καὶ τὴν ἐμπιστοσύνη, Σχηματίζεται ἀργὰ μιὰ ἐσωτερικὴ ἀλλαγή,
ἀναπτύσσεται ἕνας νέος ρυθμός, μιὰ βαθύτερη ἁρμονία.
Τὸ προσκύνημα λειτουργεῖ. Τὸ κρίσιμο σημεῖο σ’ ὅλα αὐτὰ εἶναι
πὼς τὸ προσκύνημα ἀποτελεῖ μιὰ διαδικασία ποὺ δὲ δέχεται ἐπιτάχυνση.
Τὰ δεσμὰ τῆς ρουτίνας, τῆς ἐξάρτησης ἀπὸ τὶς ὑλικὲς ἀνέσεις
καὶ εὐκολίες, ἀπὸ τὸ γνωστὸ καὶ καταξιωμένο, ἔχουν μιὰ πολὺ ἰσχυρότερη ἐπιρροὴ
πάνω μας ἀπ’ ὅ,τι ἐμεῖς φανταζόμαστε.
Οἱ συνθῆκες τῆς σύγχρονης ζωῆς ἔχουν τόσο πολὺ ἀμβλύνει τὶς
αἰσθήσεις, ὥστε νὰ χρειάζονται μέρες, ἀκόμη κι ἑβδομάδες, μέχρι νὰ ἀρχίσουν νὰ ἀποκρίνονται
ἀληθινὰ στὴν ὀμορφιὰ ποὺ τὶς τριγυρίζει. Τὸ σῶμα μας εἶναι τόσο ἐξασθενημένο,
τόσο ἀσυντόνιστο καὶ τόσο ἀνελαστικό, ὥστε χρειάζονται πάλι μέρες ἢ καὶ ἑβδομάδες
περπατήματος πρὶν ἀρχίσει νὰ ἀναλαμβάνει τὸ ρυθμό, τὴν ἀντίσταση καὶ τὴ
ζωτικότητά του. Ἂν ὁ ὑποψήφιος προσκυνητὴς ἐπιχειρήσει νὰ ἐπιταχύνει αὐτὴ τὴ
διαδικασία,ἢ ἀρνηθεῖ νὰ ἀντιμετωπίσει τὶς συνθῆκες ποὺ θὰ συναντήσει, μαζὶ μὲ τὶς
κακουχίες καὶ τὴν ταλαιπωρία, ποὺ κάτω ἀπὸ τὶς ὁποῖες μόνο μπορεῖ νὰ ἀναπτυχθεῖ,
τότε τὸ προσκύνημά του ἁπλῶς ναυαγεῖ. Ἐκφυλίζεται σὲ
τουρίστα.
Ἀπὸ
τὴ συλλογὴ κειμένων «Ἑνότης ἐν τῇ ποικιλίᾳ», σὲ μετάφραση Ἰωσὴφ Ροηλίδη, ἐκδ. Ἀκρίτας,
Ἀθήνα 1997. Ἀρχικὴ δημοσίευση (στὴν ἀγγλική): 1977.
No comments:
Post a Comment