Thursday, April 30, 2020

Ὁ Θωμᾶς, (Ομιλία του †Μητροπολίτου Φλωρίνης Αυγουστίνου Καντιώτου)



Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» (Ἰω. 20,28)
Δὲν ἔλειψαν, ἀγαπητοί μου, οὔτε θὰ λείψουν ποτὲ οἱ πιστοὶ στὸν ἐκ νεκρῶν ἀναστάντα Κύριο. Αὐτοὶ θ᾿ ἀποτελοῦν τὴν ἐκλεκτὴ μερίδα, θὰ εἶνε «τὸ φῶς τοῦ κόσμου» καὶ«τὸ ἅλας τῆς γῆς»(Ματθ. 5,14,13), θὰ κρατοῦν ἀναμμένη τὴ λαμπάδα τῆς πίστεως, ἕτοιμοι καὶ γιὰ ἕνα γιῶτα νὰ θυσιαστοῦν. Αὐτοὶ θὰ νικήσουν, ἔστω κι ἂν ἀποτελοῦν μικρὴ μειοψηφία. Τὸ μέλλον ἀνήκει στὴν παράταξί τους, ποὺ ἐπὶ κεφαλῆςἔχει τὸ Χριστό, τὸ νικητὴ τοῦ ᾅδου.
Ἀπέναντι στοὺς πιστοὺς κινεῖται σὲ ὅλες τὶς χῶρες καὶ τὶς ἐποχὲς ἡ ἄλλη παράταξι, ἡ παράταξι τῶν ἀπίστων, ποὺ μὲ μυρίους τρόπους ἀγωνίζονται μὲ λύσσα νὰ σβήσουν τὰ φῶτα, νὰ κλονίσουν τὶς χριστιανικὲς πεποιθήσεις, νὰ ξανασταυρώσουν τὸ Θεάνθρωπο.Μεταξὺ τῶν πιστῶν καὶ τῶν ἀπίστων ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη παράταξις μὲ ἄτομα ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ὑπαχθοῦν οὔτε στοὺς μὲν οὔτε στοὺς δέ.
Εἶνε ἕνα εἶδος ἀμφιβίων, ποὺ πότε τὰ βλέπετε νὰ περπατοῦν στὴν ξηρὰ καὶ πότε νὰ κολυμποῦν στὴ θάλασσα. Αὐτοὶ κυμαίνονται μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας. Θέλουν νὰ πιστέψουν, ἀλλὰ μερικὲς ἀμφιβολίες, μερικὰ «ἐὰν» τῆς ἀπιστίας, φράζουν σὰν ὀγκόλιθοι τὸ δρόμο πρὸς τὴν πίστι.
Ταλαίπωροι! Γιατί δὲν ἐκκαθαρίζετε τὸ δρόμο σας; Φῶς καὶ σκοτάδι, πίστις καὶ ἀπιστία παλεύουν μέσα σας. Κύριε, σπλαχνίσου τὰ πλάσματά σου! Βοήθησέ τα νὰ μὴ ναυαγήσουν τελείως.
Στὴν κατάστασι αὐτὴ τῆς διστακτικότητος καὶ τῆς ἀμφιβολίας ἔζησε ἐπὶ μία δραματικὴ ἑβδομάδα καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητὰς τοῦ ἀναστάντος Κυρίου, ὁ Θωμᾶς. Ὤ, πόσο θὰ θυμόταν σὲ ὅλη τὴ μετέπειτα ζωή του τὴν ἑβδομάδα αὐτή, καὶ πόσο θὰ εὐγνωμονοῦσε τὸν Κύριο ποὺ ἔσπευσε καὶ τὸν βοήθησε νὰ βγῇ ἀπὸ τὴ φρικτὴ ἐμπειρία τῆς ἀπιστίας!
Ὁ ἀπόστολος Θωμᾶς, ποὺ πάλεψε μὲ τὸ δαίμονα τῆς ἀπιστίας καὶ νίκησε φωνάζοντας«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»(Ἰω. 20,28), προβάλλεται ὡς παράδειγμα κατὰ τὴ δευτέρα Κυριακὴ τοῦ Πάσχα· παράδειγμα γιὰ ἐκείνους ποὺ μὲ δυσπιστία ἐξετάζουν τὸ πρόσωπο τοῦ ἀναστάντος Κυρίου καὶ διερωτῶνται συνεχῶς· Νὰ πιστέψουμε ἢ νὰ μὴ πιστέψουμε;
Ἀλλ᾿ ἂς σπουδάσουμε ὅλοι τὸ Θωμᾶ, γιὰ νὰ λάβουμε κ᾽ ἐμεῖς ἀπὸ τὸν Κύριο τὰ φάρμακα, μὲ τὰ ὁποῖα θὰ ἐξουδετερωθοῦν τὰ μικρόβια τῆς ἀμφιβολίας καὶ διστακτικότητος.
* * *
Ὁ Θωμᾶς, ἀγαπητοί μου, ἦταν ἐξ ἀρχῆς χαρακτήρας εἰλικρινής. Εἶχε ἁγνότητα καὶ ἀνιδιοτέλεια. Ἐπιθυμοῦσε νὰ βρῇ τὴν ἀλήθεια, νὰ τὴν ὑπηρετήσῃ καὶ νὰ θυσιαστῇ γι᾽ αὐτήν. Γι᾽αὐτό, ὅταν στὴν Ἁγία Γῆ ἀντήχησε ἡ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ, ὁ Θωμᾶς ἔτρεξε νὰ τὸν ἀκολουθήσῃ.
Ἀκολούθησε τὸν Κύριο μὲ ἀφοσίωσι καὶ αὐταπάρνησι. Ὅταν Κύριος μὲ τοὺς μαθητὰς ἔμαθε στὴν ἔρημο πέραν τοῦ Ἰορδάνου ὅτι ὁ φίλος του Λάζαρος ἀσθενεῖ, εἶπε· Πρέπει νὰ πᾶμε πάλι στὴν Ἰουδαία. Τότε λοιπόν, ἐνῷ οἱ ἄλλοι μαθηταὶ φοβήθηκαν, ὁ Θωμᾶς εἶπε τὰ ἑξῆς, ποὺ δείχνουν ὅτι δὲν ἦταν δειλός·«Ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ᾿ αὐτοῦ»(Ἰω. 11,16)· κι ἂν ἀκόμη μᾶς περιμένῃ θάνατος, ἂς συνοδεύσουμε τὸν Διδάσκαλό μας.Μὲ τὰ ἴδια λόγια ὅμως φανέρωνε συγχρόνως καὶ τὴν ἄλλη ὄψι τοῦ χαρακτῆρός του, τὴ μελαγχολική του διάθεσι. Ἦταν τύπος ποὺ βλέπει τὰ πάντα ἀπὸ τὴ σκοτεινή τους πλευρά.
Στὴ φαντασία τοῦ τύπου αὐτοῦ κυριαρχοῦν τὰ θλιβερά, ποὺ νομίζει ὅτι θὰ ἐξακολουθήσουν ἐπ᾿ ἄπειρον. Εἶνε νύχτα; μὴν τοῦ πῆτε ὅτι αὔριο θὰ βγῇ ἥλιος. Ἢ εἶνε χειμώνας; μὴν τοῦ πῆτε ὅτι σὲ λίγο θὰ ἔρθῃ ἄνοιξι. Καὶ ὁ Θωμᾶς ἔβλεπε τὰ πάντα μαῦρα, πουθενὰ λευκό.Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἡ θανάτωσις τοῦ Διδασκάλου τοῦ ἔκανε ὀδυνηρὴ ἐντύπωσι. Ἡ μαύρη σκιὰ τοῦ θανάτου κυριαρχοῦσε ἀπὸ τὸ ἀπόγευμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς στὴ μελαγχολικὴ ψυχή του. Καὶ ὅταν οἱ μαθηταὶ λάμποντας ἀπὸχαρὰ τοῦ εἶπαν ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε,«Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον», αὐτός, ζώντας στὸ δικό του κόσμο, δὲν πίστεψε, δὲν ἔδωσε σημασία, ἀλλ᾿ ἀρκέστηκε νὰ δηλώσῃ·«Ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω»(Ἰω. 20,25) .Ἀλλά, Θωμᾶ, τί κάνεις; Αὐτοὶ ποὺ σοῦ μιλᾶνε δὲν εἶνε ἄγνωστοι· εἶνε γνωστοί σου. Εἶνε οἱ συμμαθηταί σου, μὲ τοὺς ὁποίους τρία χρόνια συνέζησες, συνέφαγες καὶ συμπροσευχήθηκες. Ξέρεις τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εἰλικρίνειά τους.
Ἔπρεπε νὰ ἔχῃς ἐμπιστοσύνη στὴ μαρτυρία τους. Τοὺς προσβάλλεις ὅταν ἀρνῆσαι νὰ πιστέψῃς στὰ λόγια τους. Δὲν εἶνε οὔτε ἀπατεῶνες οὔτε εὔπιστοι καὶ ἀφελεῖς. Καὶ ὅμως ὁ Θωμᾶς ἐπιμένει. Καὶ διατυπώνει τὸ δόγμα του· «Ἐὰν μὴ ἴδω…, οὐ μὴ πιστεύσω».
Ἀλλ᾽ ἐὰν τὸ δόγμα αὐτό, ἡ δι᾿ αὐτοψίας δηλαδὴ βεβαίωσις τῶν γεγονότων, ἐπρόκειτο νὰ γενικευθῇ, πῶς θὰ ἦταν δυνατὸν νὰ σταθῇ κοινωνικὴ ζωή, ἀφοῦ οἱ μαρτυρίες εἰλικρινῶν ἀνθρώπων δὲν θὰ λαμβάνονταν πλέον ὑπ᾿ ὄψιν;Πῶς θὰ λειτουργοῦσαν σχολεῖα, πανεπιστήμια, δικαστήρια, ἐὰν παντοῦ ἀπαιτεῖτο νὰ ἐφαρμοσθῇ ἡ ἀρχὴ αὐτή; Προσπαθῆστε νὰ τὴν ἐπεκτείνετε σὲ ὅλες τὰς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς,καὶ θὰ δῆτε ὅτι ἡ κοινωνία θὰ νεκρωθῇ τελείως. Ζοῦμε καὶ κινούμεθα μὲ τὴν πίστι, τὴν ἐμπιστοσύνη ποὺ δείχνουμε καὶ μᾶς δείχνουν.Ἐάν, Θωμᾶ, αὐτὸ ποὺ ζητᾷς ἐσὺ ὡς προϋπόθεσι γιὰ νὰ πιστέψῃς τὸ ζητοῦσαν καὶ ὅλα τὰ ἑκατομμύρια τῶν Χριστιανῶν ποὺ ἔζησαν,ζοῦν καὶ θὰ ζήσουν, θὰ ἔπρεπε ὁ Θεάνθρωπος νὰ μένῃ διαρκῶς στὴ γῆ, νὰ πηγαίνῃ συνεχῶς ἀπὸ τὸ ἕνα σημεῖο τῆς ὑφηλίου στὸ ἄλλο καὶ νὰ ὑποβάλλεται σὲ λεπτομερῆ ἐξέτασι ἀπὸ κάθε ἰδιότροπο καὶ περίεργο. Δὲν βρίσκεις παράλογη καὶ αὐθάδη μιὰ τέτοια ἀπαίτησι;
«Ἐὰν μὴ ἴδω…, οὐ μὴ πιστεύσω», λέει ὁ Θωμᾶς. Καὶ ὅμως ὁ Κύριος, ποὺ ὑπέμεινε τὰ πάντα χάριν τοῦ ἀνθρώπου, ὑποχωρεῖ στὴν ἀπαίτησί του. Ὄχι ἀπὸ ἀδυναμία, ἀλλ᾿ ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν ἀπόστολό του, ποὺ δὲν θέλει νὰ τὸν βλέπῃ μέσα στὴν ἀγωνία καὶ ἀμφιβολία τῆς ἀπιστίας. Ὑποχωρεῖ, γιὰ νὰ προσθέσῃ μία ἀκόμη ἰσχυρὴ ἀπόδειξι τῆς ἀναστάσεώς του.
«Καὶ μεθ᾿ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ᾿ αὐτῶν. ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον». Παρὼν καὶ ὁ Θωμᾶς. Πρὸς αὐτὸν ἰ-διαιτέρως ἀπευθύνεται ὁ Κύριος καὶτὸν καλεῖ νὰ τὸν ψηλαφήσῃ στὰ χέρια καὶ τὴν πλευρά, ὅπου ἦταν τὰ τεκμήρια ἀληθείας.
«Φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός»(Ἰω. 20,26-27).Ὁ Θωμᾶς μένει κατάπληκτος. Ἀναγνωρίζει τὴ φωνή του. Θαυμάζει τὴν παντοδυναμία του,ἀφοῦ «τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ἔστη εἰς τὸ  μέσον» . Θαυμάζει τὴν πανταχοῦ παρουσία καὶ τὴν πανσοφία του. Τὰ πάντα γνωρίζει ὁ Κύριος· ἤξερε τὶς ἀντιρρήσεις του. Καὶ νά τώρα τὸν καλεῖ νὰ τὸν ψηλαφήσῃ. Καὶ εἶνε τόσο τὸ φῶς ποὺ ἐκπέμπει ἡ παρουσία του, ὥστε οἱ ἀκτῖ νες του διαλύουν κάθε δισταγμό, καὶ ὁ Θωμᾶς φωνάζει«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»
.Ἔτσι τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ πίστις νίκησε τὴν ἀπιστία . Καὶ ὁ Θωμᾶς, θωρακισμένος πλέονμὲ τὴν ἀκλόνητη πίστι, θὰ τρέξῃ παντοῦ, θὰ φθάσῃ μέχρι τὶς Ἰνδίες, θὰ κηρύξῃ τὸ «Χριστὸς ἀνέστη», καὶ τέλος θὰ βρῇ μαρτυρικὸ θάνατο, γιὰ νὰ πραγματοποιηθῇ ὁ λόγος του «Ἄγωμεν καὶ ἡμεῖς ἵνα ἀποθάνωμεν μετ᾿ αὐτοῦ».
* * *
Ἀλλὰ τὰ λόγια σου, ἀπόστολε Θωμᾶ, «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου» τὰ ἐπαναλαμβάνουν ἀναρίθμητες ψυχές. Δὲν ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ Χριστοῦ, δὲν τὸν εἶδαν.Κι ὅμως τὸν ἀγάπησαν περισσότερο ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του.Ἡ χρονικὴ ἀπόστασις καθόλου δὲν μείωσε τὴν πίστι, τὴν ἀγάπη, τὴν ἐλπίδα τους.
Καὶ στὴν πατρίδα μας ὑπάρχουν τέτοιες ψυχές. Πέρασαν θλίψεις καὶ πειρασμούς, ἀλλὰ δὲν κάμφθηκαν, δὲν γόγγυσαν. Μέσα σὲ πρωτοφανεῖς συμφορὲς στάθηκαν ὄρθιες καὶ σάλπισαν·«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»!Παρ᾿ ὅλο ὅτι ὁ ὑλισμὸς καὶ ἡ ἀθεΐα σαρώνουν, ὁ ὀρθολογισμὸς καὶ ἡ ἄρνησις ζητοῦν νὰ σκιάσουν τὸν ἥλιο τῆς πίστεως, ἐν τούτοις ὑπάρχουν –καὶ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε–πιστοί .Αὐτοὶ εἶνε στενὰ συνδεδεμένοι μὲ τὸ Χριστό –νά τὸ μυστικό τους. Ἔχουν ἀνάμεσά τους τὸν ἀναστάντα Κύριο. Μποροῦν κι αὐτοὶ νὰ ποῦν «Ἑωράκαμεν τὸν Κύριον».
Ὁ Κύριοςεἶνε πάντοτε παρὼν μεταξὺ τῶν πιστῶν. Γι᾿αὐτοὺς εἶπε ὁ Κύριος τὸ«Μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες»(Ἰω. 20,29). Ὦ Κύριε, τολμῶ νὰ ζητήσω μία χάρι. Εἴθε,καθένας ποὺ θὰ δεχθῇ τὰ λόγια αὐτά, νὰ πιστέψῃ καὶ τὰ κλειστά του χείλη ν᾿ ἀνοίξουν,καὶ ἡ γῆ καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ τὰ καταχθόνια ἀκόμη νὰ σεισθοῦν ἀπὸ τὴν ὁμολογία τῆς πίστεώς του«Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου»
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ραδιοφωνικὴ ὁμιλία, ἡ ὁποία μετεδόθη στὴν καθαρεύουσα ἀπὸ τὸν Σταθμὸ τῆς Λαρίσσης τὴν 1-5-1949. 

Να γνωρίζουμε, ότι τα μεγαλύτερα στεφάνια τα παίρνουμε, λόγω της συγχωρητικότητάς μας προς τον συνάνθρωπο.


Αλίμονο στους ανθρώπους που φύγουν από τον κόσμο τούτο, χωρίς να συγχωρεθούν! Κανένα μνημόσυνο, δεν θα είναι ικανό να τους βοηθήσει...
Ο άνθρωπος που δεν μπορεί να συγχωρέσει τον εχθρό του, δεν έχει κάνει βήμα στον Χριστιανισμό. Οι άνθρωποι που δεν συγχωρούν είναι εγωιστές και δεν θέλουν να ταπεινωθούν.
Όταν ο άνθρωπος δεν συγχωρεί τον συνάνθρωπό του, τότε και ο Θεός δεν θα συγχωρέσει τις αμαρτίες του. Πρέπει να έχουμε συγχωρητική διάθεση, γιατί αλλιώς ό,τι καλό και να κάνουμε, δεν θα βρίσκει ανταπόκριση στο Θεό και δεν θα παίρνουμε μισθό. Θα κοπιάζουμε μάταια και στο τέλος θα κολαστούμε...
Ο Χριστός πάνω στο Σταυρό συγχώρησε τους σταυρωτές Του (δίνοντας το παράδειγμα σε εμάς, ότι πρέπει ανεξαιρέτως να συγχωρούμε) και μάλιστα βρήκε και δικαιολογία γι' αυτούς λέγοντας: Πατέρα δεν ξέρουν τι κάνουν! (Κατά Λουκάν 23,34)
Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων, Πατριάρχης Αλεξανδρείας, είχε έναν φίλο που ήταν δήμαρχος. Ο φίλος αυτός, είχε έρθει σε ρήξη με κάποιον άλλον και δεν τον συγχωρούσε.
Ο Άγιος Ιωάννης, τον παρακαλούσε να τον συγχωρέσει και του έλεγε:
- Επιτρέπεται εσύ δημόσιο πρόσωπο να συμπεριφέρεσαι έτσι; Μάλιστα είσαι και ψάλτης στην ενορία μας; Το ξεχνάς;
Δεν κατόρθωσε όμως να τον μεταπείσει...
Μία μέρα ο Άγιος Ιωάννης παρακάλεσε τον φίλο του να τον βοθήσει να κάνουν μία Λειτουργία στο παρεκκλήσι του Πατριαρχείου. Και ο μεν Πατριάρχης Λειτουργούσε, ο μεν δήμαρχος και φίλος του, έκανε τον ψάλτη. Όταν ήρθε η στιγμή να πει ο ψάλτης το ''Πάτερ ημών'' και έφτασε στο σημείο που λέει ''... και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών...'', ακούστηκε μέσα από το Ιερό η φωνή του Πατριάρχη, να του λέει:
- Ψέματα! Πες το σωστά να προχωρήσω... Αλλιώς η Θεία Λειτουργία διακόπτεται και θα κρέμεται μενταγιόν στο λαιμό σου...
Κόκκαλο ο ψάλτης! Σιωπή επικρατήσε για μερικά δευτερόλεπτα...
- Πες το σωστά, για να συνεχίσω.... του ξαναείπε ο Πατριάρχης. Δεν μπορούμε να ψευδόμαστε και να εμπαίζουμε τον Θεό.
Ο ψάλτης ίδρωσε, διπλώθηκε και ξαναδιπλώθηκε και μπήκε στο Ιερό και έπεσε στα πόδια του Πατριάρχη και ζήτησε συγγνώμη. Υποσχέθηκε, ότι θα πήγαινε να συγχωρούσε τον άλλο. Ο Άγιος Ιώαννης του διάβασε την συγχωρητική ευχή και η Θεία Λειτουργία συνεχίστηκε κανονικά...
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυξ

Επί τουρκοκρατίας, κάποιος γεωργός έκανε ανακομιδή τα λείψανα του αδερφού του.


Επί τουρκοκρατίας, κάποιος γεωργός έκανε ανακομιδή τα λείψανα του αδερφού του. Ανοίγοντας όμως τον τάφο, τον βρήκε τυμπανιαίο (άλιωτο και πρησμένο)!
Το μυαλό του πήγε σε ένα γεγονός, όταν ακόμα ο αδερφός του ήταν εν ζωή. Είχε έρθει σε ρήξη με τον Αρχιερέα και μάλιστα τον εξύβρισε. Τότε ο Αρχιερέας τον καταράστηκε...
Από τότε είχαν περάσει αρκετά χρόνια και στο μεταξύ ο αρχιερέας αυτός είχε φύγει από την Ορθοδοξία και πέρασε στον Ισλαμισμό! Ο γεωργός τον αναζήτησε και όταν τον βρήκε, τον εξιστόρησε όλα τα περιστατικά. Ο Αρχιερέας τα θυμήθηκε, αλλά αρνήθηκε να διαβάσει ευχή στον τάφο του αδερφού του, μιας και άλλαξε θρησκεία και ήταν πια Ισλαμιστής.
Ο αδερφός τότε πέφτει στα πόδια του και τον εκλιπαρεί μετά δακρύων. Μετά από πολλά, ο πρώην Αρχιερέας εκάμφη και ζήτησε να του βρει κρυφά ένα πετραχήλι, γιατί άμα μαθευόταν αυτό που πάνε να κάνουν, θα τους έκοβαν οι Τούρκοι το κεφάλι.
Βρήκε ο γεωργός ένα πετραχήλι και δώσανε ραντεβού ένα βράδυ στα νεκροταφεία, για να διαβαστεί η ευχή. Πράγματι εκεί και αφού διαβάστηκε η ευχή από τον Αρχιερέα, αμέσως το λείψανο του αδερφού ''λύθηκε'' και έμεινε υπόλοιπο, χώμα και κόκκαλα! Όταν το είδε αυτό ο Τουρκεύσας αρχιερέας, γυρίζει και λέει απευθυνόμενος στο Θεό:
- Χριστέ μου, ακόμα με ανέχεσαι;;;...
Αυτό έγινε αιτία, να επιστρέψει ο Αρχιερέας ξανά στην Ορθοδοξία και μάλιστα αξιώθηκε να μαρτυρήσει κιόλας...
Η Χάρη του Θεού δεν αναστέλλεται για κανέναν λόγο σε έναν κληρικό, εκτός και αν καθαιρεθεί.
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυξ