Saturday, February 29, 2020

Αν σε ρωτήσει κάποιος: Πως αποδεικνύεται, ότι η Ορθοδοξία είναι η μόνη αληθινή πίστη; Τί θα τον απαντήσεις;


 Θα του πεις ότι:
1) το Άγιο Φως δίδεται θαυματουργικώς μόνο στους Ορθοδόξους και σε κανέναν ετερόδοξο ή αλλόδοξο! Και μάλιστα για μερικά λεπτά δεν καίει!!!
2) μόνο ο Ορθόδοξος παπάς εκβάλλει δαιμόνια από έναν δαιμονισμένο! Στους ετερόδοξους και αλλόδοξους κληρικούς, ο δαίμονας αδιαφορεί...
3) Όλοι οι αρχηγοί των άλλων θρησκευμάτων είναι καθηλωμένοι στον τάφο τους. Μόνο ο Ιησού Χριστός, ο Ναζωραίος, ο Εσταυρωμένος, έχει κενό τάφο. Ο κενός τάφος του Χριστού, είναι μια απόδειξη της Αναστάσεως του Χριστού και ότι έχουμε την ορθή θρησκεία. Ο κενός τάφος του Χριστού είναι εγγύηση, ότι ο Χριστός είναι ο Αληθινός Θεός. Είναι Εκείνος, που νίκησε τον θάνατο
4) μόνο στην Ορθοδοξία συναντάς Άγια λείψανα. Όλοι οι ιατροί του κόσμου, που εξέτασαν Άγια λείψανα (άλλα ήταν άφθορα και άλλα ευωδίαζαν), σήκωσαν όλοι τους ψηλά τα χέρια, μη μπορώντας να εξηγήσουν επιστημονικά τα ευρήματά τους
5) μόνο στην Ορθοδοξία θα συναντήσεις θαυματουργικές εικόνες με πάμπολλα θαύματα π.χ. η εικόνα της Παναγίας της Μαλεβής, που εκκρίνει μύρο, θεράπευσε πολλούς ανθρώπους
6) μόνο ο Ορθόδοξος παπάς διαβάζοντας ειδική ευχή, αγιάζει το νερό και κάνει το κάνει Αγιασμό. Μάλιστα ο αγιασμός δεν χαλάει το νερό ποτέ, όσοι αιώνες και να περάσουν!!!
Δημήτριος Παναγόπουλος ο Ιεροκήρυξ

Η ἀγάπη βρίσκει τρόπους...


Συνήθως νομίζουμε ὅτι ἐλεημοσύνη εἶναι μόνο τὸ νὰ δίνουμε χρήματα στοὺς φτωχούς. Δὲν εἶναι ὅμως μόνο αὐτό.
Ἐλεημοσύνη εἶναι κάτι βαθύτερο: εἶναι ἀρετὴ ποὺ ξεκινᾶ μέσα ἀπὸ τὴν καρδιὰ ποὺ ξέρει νὰ συμπονᾶ, νὰ ἀγαπᾶ... Κι ὅποιος ἀγαπᾶ βρίσκει πολλοὺς τρόπους γιὰ νὰ ἐκφράσει τὴν ἀγάπη του.
Ἄλλος προσφέρει χρήματα ἢ ἄλλη ὑλικὴ βοήθεια, ἄλλος τὸν κόπο ἢ τὴν ἐργασία του, ἄλλος χρόνο γιὰ νὰ ἐπισκέπτεται ἀσθενεῖς, νὰ συντροφεύει μοναχικοὺς γέροντες, νὰ παρηγορεῖ ὅσους ἔχουν πένθος καὶ γενικὰ νὰ συμπαραστέκεται μὲ κάθε τρόπο σὲ ὅσους βρίσκονται σὲ θλίψη ἢ ἀνάγκη. Ἰδιαίτερα σημαντικὴ βέβαια εἶναι καὶ ἡ πνευματικὴ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία ὑπηρετεῖ τὶς ἀνάγκες τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ ὑπάρχουν πολλοὶ πιστοὶ Χριστιανοὶ ποὺ ἀθόρυβα προσφέρουν καὶ μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, διαδίδοντας ἢ διδάσκοντας τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ σὲ μικροὺς ἢ μεγάλους, ὥστε νὰ στηρίζονται οἱ ἄνθρωποι γιὰ νὰ ἀντιμετωπίζουν τὶς δοκιμασίες τῆς ζωῆς.
Μὲ πόσους τρόπους μπορεῖ νὰ προσφέρει κανείς! Ἀρκεῖ νὰ τὸ κάνει αὐτό, ὅπως λέγει στὴ συνέχεια ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, κατὰ τὴν ἐλεύθερη διάθεση τῆς καρδιᾶς του, ὄχι μὲ λύπη ἢ ἀπὸ ἀνάγκη
«ἱλαρὸν γὰρ δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός». Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ ἐκεῖνον ποὺ προσφέρει μὲ προθυμία καὶ μὲ χαρούμενο πρόσωπο.
Κάποιος ὅμως θὰ προβάλει τὴν ἔνσταση: Ὅταν ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ ἀνταποκριθοῦμε στὰ δικά μας ἔξοδα, πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ βοηθήσουμε καὶ ἄλλους; Ἤ, ποῦ νὰ βροῦμε χρόνο γιὰ ἐπισκέψεις ἀγάπης, ὅταν ἔχουμε τόσες καθημερινὲς ὑποχρεώσεις;...
Φαίνονται λογικὲς αὐτὲς οἱ ἐνστάσεις. Ὅμως ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι «ὅσο δίνεις, τόσο ὁ Θεὸς σοῦ δίνει». Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ παράδειγμα τοῦ ἁγίου Φιλαρέτου τοῦ ἐλεήμονος, ὁ ὁποῖος ὅσο ἔδινε ἐλεημοσύνη, τόσο πλούτιζε. Τὸ πιὸ ἐντυπωσιακὸ ὅμως εἶναι ὅτι δὲν σταμάτησε νὰ δίνει ἀκόμη καὶ τότε ποὺ εἶχε φτάσει στὰ ὅρια τῆς φτώχειας. Κι ἐνῶ στὴν οἰκογένειά του ὅλοι ἀπελπισμένοι τὸν κακολογοῦσαν γιὰ τὴν τόση ἁπλοχεριά του, ἐκεῖνος διατηροῦσε μέσα του τὴν ἀπόλυτη πεποίθηση ὅτι ὁ Θεὸς δὲν θὰ τοὺς ἐγκαταλείψει. Καὶ πράγματι, ἡ θεία Πρόνοια ἔφερε ἔτσι τὰ πράγματα ὥστε ἡ ἐγγονή του ἔγινε σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορα Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογεννήτου κι ἔτσι ἡ οἰκογένεια τοῦ ἐλεήμονος Ἁγίου ἀπὸ τὴν ἔσχατη φτώχεια καὶ δυστυχία ὁδηγήθηκε σὲ ἀνέλπιστη δόξα καὶ ἀπέκτησε πολὺ περισσότερα πλούτη ἀπ’ ὅσα εἶχε!
Ἐκτὸς ὅμως ἀπὸ τὴν αὐτάρκεια στὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἡ ἐλεημοσύνη μᾶς χαρίζει πολλὲς πνευματικὲς εὐλογίες. Στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία του ὁ Κύριος εἶπε:
«Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται» (Ματθ. ε΄ 7). Μὲ τὴν ἐλεημοσύνη δηλαδή, βρίσκουμε ἔλεος γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας. Καὶ τὸ κυριότερο: Ἡ ἐλεημοσύνη ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη ἐπένδυση γιὰ τὴν αἰωνιότητα. Ἀληθινὰ πλούσιοι θὰ βρεθοῦν μετὰ τὸ θάνατό τους ὅσοι μὲ τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης ἀποταμιεύουν στὸν οὐρανὸ «θησαυρὸν ἀνέκλειπτον» (=θησαυρὸ ποὺ δὲν χάνεται καὶ δὲν λιγοστεύει ποτέ) (Λουκ. ιβ΄ 33).
Γύρω μας ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ στεροῦνται καὶ πεινοῦν, ποὺ πονοῦν καὶ ὑποφέρουν. Μέσα σ’ αὐτὴ τὴν ἐξαιρετικὰ δύσκολη συγκυρία εἶναι εὐκαιρία νὰ ἀνακαλύψουμε τὸν πλοῦτο τῆς ἐλεημοσύνης. Ἂς μὴ διστάζουμε νὰ προσφέρουμε ὅπου ὑπάρχει ἀνάγκη. Καὶ νὰ εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ὄχι μόνο δὲν θὰ χάσουμε τίποτα, ἀλλὰ θὰ ἀποκομίσουμε καὶ ἀνυπολόγιστη ὠφέλεια. Διότι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντοτε ἀξιόπιστος: «Ὁ σπείρων ἐπ’ εὐλογίαις ἐπ’ εὐλογίαις καὶ θερίσει».
Ο ΣΩΤΗΡ -  ΑΡΙΘ. 2051

Η παρηγοριά της προσευχής

Δεν υπάρχει στον κόσμο υψηλότερη εργασία από την προσευχή, γιατί αυτή ενώνει τον άνθρωπο με τον Θεό. Για το μεγαλείο και τη σπουδαιότητά της, τους τρόπους και τ΄αποτελέσματά της μας μιλούν διεξοδικά οι ιερές Γραφές και οι άγιοι Πατέρες. Εδώ τώρα θα τονίσουμε μόνο πόσο βοηθάει στις θλίψεις. Πραγματικά, δεν υπάρχει πιο μεγάλη παράκληση από την καταφυγή στον Κύριο με την προσευχή. “Στον Κύριο προσευχήθηκα δυνατά, όταν με βρήκαν θλίψεις, και με άκουσε”, λέει ο προφήτης Δαβίδ (Ψαλμ. 119:1).
Αυτό έκαναν όλοι οι άγιοι στις θλίψεις τους, και η θεία βοήθεια δεν αργούσε, όπως δεν αργεί ποτέ ν΄ανταποκριθεί στην ικεσία του δικαίου. Είναι, άλλωστε, ρητή η υπόσχεση του Κυρίου: “Ζήτησε τη βοήθειά μου στη θλίψη σου, και θα σε γλυτώσω απ΄αυτήν” (Ψαλμ. 49:15).
Μόλις, λοιπόν, πέσει επάνω σου ηθλίψη, μη μικροψυχήσεις, μην ταραχθείς. Στρέψε ικετευτικά τα μάτια σου στον ουρανό, και ζήτα ταπεινά τη θεία βοήθεια.
Αν συμφέρει την ψυχή σου και συμβάλλει στη σωτηρία σου η απαλλαγή από τη δοκιμασία, να μην έχεις αμφιβολία ότι ο Θεός θα εισακούσει την προσευχή σου και θα σε απαλλάξει. Αν όμως αυτό είναι ασύμφορο για την ψυχή σου -πράγμα που μόνο Εκείνος, ο πάνσοφος, γνωρίζει- μήτ΄εσύ δεν θα πρέπει να το θέλεις. Καλύτερα είναι να θλίβεσαι πρόσκαιρα τώρα, παρά να στερηθείς την αιώνια ζωή. Όπως και να έχει το πράγμα, μη σταματήσεις να προσεύχεσαι. Γιατί πολλές φορές ο Κύριος επιτρέπει να μας βρουν οι θλίψεις για να τρέξουμε κοντά Του. Όταν όλα πηγαίνουν καλά, Τον ξεχνάμε. Και όταν αρχίζουν τα προβλήματα, τότε Τον θυμόμαστε! Είμαστε κι εμείς σαν τ΄άμυαλα παιδάκια, πού, όταν είναι χορτάτα και δεν έχουν καμιά δυσκολία, το ρίχνουν στο παιχνίδι και ξεχνούν τους γονείς τους, όταν όμως πεινάσουν ή πέσουν και χτυπήσουν που θενά, τότε τρέχουν κλαίγοντας στους γονείς και ζητούν βοήθεια. Όλα τα καλά με την προσευχή τ΄ αποκτάμε. Και όλα τα λυπηρά με την προσευχή τα ξεπερνάμε. Γι΄αυτό ο Ιησούς είπε: “Να μένετε άγρυπνοι και να προσεύχεστε αδιάκοπα” (Λουκ. 21:36).
Με την προσευχή θα νικήσεις κι εσύ τις θλίψεις, με την προσευχή θ΄αποκτήσεις τις αρετές, με την προσευχή θα ενωθείς με τον Κύριο, με την προσευχή θα γίνεις μέτοχος της μακαριότητός Του.

Με τον πόνο μας επισκέπτεται ο Χριστός.


Άνθρωπος που δεν περνάει δοκιμασίες, που δεν θέλει να πονάη, να ταλαιπωρήται, που δεν θέλει να τον στεναχωρούν ή να του κάνουν μια παρατήρηση, αλλά θέλει να καλοπερνάη, είναι εκτός πραγματικότητος. «Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος, και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν», λέει ο Ψαλμωδός.
Βλέπεις, και η Παναγία μας πόνεσε και οι Άγιοί μας πόνεσαν, γι’ αυτό και εμείς πρέπει να πονέσουμε, μια που τον ίδιο δρόμο ακολουθούμε. Με την διαφορά ότι εμείς, όταν έχουμε λίγη ταλαιπωρία σ’ αυτήν την ζωή, ξοφλούμε λογαριασμούς και σωζόμαστε. Αλλά και ο Χριστός με πόνο ήρθε στην γη. Κατέβηκε από τον Ουρανό, σαρκώθηκε, ταλαιπωρήθηκε, σταυρώθηκε. Και τώρα ο Χριστιανός την επίσκεψη του Χριστού έτσι την καταλαβαίνει, με τον πόνο.
Όταν επισκέπτεται ο πόνος τον άνθρωπο, τότε του κάνει επίσκεψη ο Χριστός. Ενώ, όταν δεν περνάη ο άνθρωπος καμμιά δοκιμασία, είναι σαν μία εγκατάλειψη του Θεού. Ούτε ξοφλάει, ούτε αποταμιεύει. Μιλάω βέβαια για έναν ο οποίος δεν θέλει την κακοπάθεια για την αγάπη του Χριστού. Σου λέει: «Έχω την υγεία μου, έχω την όρεξή μου, τρώω, περνάω μια χαρά, ήσυχα…», και δεν λέει ένα «δόξα Σοι ο Θεός». Τουλάχιστον, αν αναγνωρίζη όλες αυτές τις ευλογίες του Θεού, κάπως τακτοποιείται η υπόθεση. «Δεν μου άξιζαν αυτά, να πη, αλλά, επειδή είμαι αδύνατος, γι’ αυτό ο Θεός με οικονομάει». Στον βίο του Αγίου Αμβροσίου αναφέρεται ότι κάποτε ο Άγιος φιλοξενήθηκε με την συνοδεία του στο σπίτι κάποιου πλουσίου. Βλέποντας ο Άγιος τα αμύθητα πλούτη του τον ρώτησε αν είχε καμμιά φορά δοκιμάσει κάποια θλίψη. «Όχι, ποτέ, του απάντησε εκείνος. Τα πλούτη μου συνέχεια αυξάνονται, τα κτήματά μου ευφορούν, ούτε πόνο έχω, ούτε αρρώστια είδα ποτέ».  Τότε ο Άγιος δάκρυσε και είπε στην συνοδεία του: «Ετοιμάστε τα αμάξια να φύγουμε γρήγορα από ‘δω, γιατί αυτόν δεν τον επισκέφθηκε ο Θεός!». Και μόλις βγήκαν στον δρόμο, το σπίτι του πλουσίου βούλιαξε! Η καλοπέραση που είχε ήταν εγκατάλειψη Θεού.
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Δ΄ – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ)