Ο χαρακτηρισμός της σκυταλοδρομίας του θανάτου βρίσκει την πλήρη έκφραση του στη μάχη του Αχυρώνα, της 2ας Σεπτεμβρίου 1958, με ήρωες τον Ανδρέα Kάρυo, το Φώτη Πίττα, τον Ηλία Παπακυριακού και το Χρίστο Σαμάρα. Μετά από προδοσία, οι Άγγλοι πάτησαν το Λιοπέτρι. Η κατάσταση εκτιμήθηκε στα γρήγορα. Ο Αγγλικός στρατός θ' απέκλειε το χωριό θα έκανε έρευνες. Οι καταζητούμενοι έπρεπε να διαφύγουν. Αποφάσισαν: Θα επέβαιναν αυτοκινήτου που θα οδηγούσε ντόπιος αγωνιστής. Μόλις συναντιόντουσαν με τους Εγγλέζους, το αυτοκίνητο θ' ανέπτυσσε τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα, θα έσπαζε του κλοιό, ενώ ταυτόχρονα οι καταζητούμενοι θα πυροβολούσαν με τα αυτόματα τους. Πραγματικά το αυτοκίνητο προχώρησε προς την έξοδο του χωριού. Οι Εγγλέζοι ήταν πολλοί. Ο Ανδρέας. ο Φώτης - δραπέτες κι οι δυο από το στρατόπεδο συγκέντρωσης Πύλας από τις 13 Μαρτίου 1958 - ο Ηλίας κι ο Χρίστος. πετάχτηκαν κι άρχισαν μάχη που δεν βάσταξε όμως πολύ. Ύστερα χάθηκαν μέσα στο σκοτάδι και γύρισαν στο σπίτι του Παναγιώτη Καλλή, ιδιοκτήτη του μοιραίου αχυρώνα, που έμελλε να μετατραπεί σε βωμό δόξας ουρανόφταστης. Ήταν η αυγή της 1 ης Σεπτεμβρίου 1958. ώρα 3 ή 4. Οι καταζητούμενοι μπήκαν στον αχυρώνα. Σε λίγο ακούστηκαν τα μεγάφωνα του στρατού. Στο Λιοπέτρι κηρυσσόταν κατάσταση αποκλεισμού και αναγκαστικού κατ' οίκον περιορισμού. Κανείς δεν μπορούσε πια να κινηθεί στις στράτες εκτός απ' τους Εγγλέζους. Οι πόρτες αμπαρώθηκαν και το χωριό περίμενε με την καρδιά σφιγμένη, ανυπεράσπιστο, βουβό. Οι Εγγλέζοι άρχισαν εξονυχιστικές έρευνες. Μπήκαν στα σπίτι, στον αχυρώνα. κοίταξαν παντού, δεν βρήκαν ίχνη. Έφυγαν. Ο κόσμος συγκεντρώθηκε σε συρματόφραχτους χώρους. Έγιναν ανακρίσεις. Ζητήθηκαν πληροφορίες. Μέχρι εκείνη τη στιγμή οι προσπάθειες απέβησαν άκαρπες. Ο κόσμος γύρισε στα σπίτια του. Κάποιοι όμως κρατήθηκαν για περαιτέρω ανακρίσεις. Και το κακό ξεκίνησε. . . . Ο Παναγιώτης Καλλής επέστρεψε. Μπήκε κλεφτά στον αχυρώνα, μίλησε με τα παλικάρια. Ξαναγύρισε κοντά τους, όταν έγειρε πια ο ήλιος να δύσει. 'Όλοι διέβλεπαν τον επερχόμενο κίνδυνο κι είχαν αποφασίσει να δώσουν τη μάχη. - Αν μας ανακαλύψουν εμείς θα σκοτωθούμε, είπε ο Ανδρέας Κάρυος. Αγκάλιασαν τον Καλλή, τον φίλησαν. 'Ήταν ο ύστατος αποχαιρετισμός Μεσάνυχτα κτύπησαν την πόρτα ξανά. Οι Εγγλέζοι ήξεραν ήδη ότι οι καταζητούμενοι κρύβονταν στον Καλλή. Προχώρησαν στον αχυρώνα. 'Ένας ελληνομαθής δεκανέας, ο Πήτερ Φρέντερικ Φλήητ, φώναξε στα ελληνικά κατά διαταγή του Άγγλου ταγματάρχη Φίλιπ Τζων Ρόουλυ Χέυλαντ: - E, σεις, παραδοθείτε κι εβγάτε έξω, αλλιώς οι στρατιώτες Θ' ανοίξουν πυρ εναντίον σας. Όπως ο δεκανέας μαρτύρησε στη θανατική ανάκριση, επανέλαβε τρεις φορές τα ίδια λόγια και κάθε φορά η απάντηση ήταν μια ριπή. Υπάρχει όμως και η ελληνική πληροφορία ότι ο δεκανέας φώναξε: "Αν θέλετε τη ζωή σας, παραδοθείτε" αλλά δεν δόθηκε απάντηση. Σιγή απόλυτη επικράτησε στον αχυρώνα. Καμιά μαρτυρία ζωής. Περίμεναν μέχρι να φέξει για καλά οι Άγγλοι και να φτάσουν οι ενισχύσεις. Ο προμαχώνας ήταν ήδη περικυκλωμένος κι ο κλοιός του θανάτου αδιαπέραστος. Η ειμαρμένη είχε προδιαγράψει τις εξελίξεις. Ώρες για κούφιες ελπίδες και ψευδαισθήσεις δεν απέμειναν. Ούτε καταδέχονταν τέτοια οι σταυραετοί. Γύρω από τον Αχυρώνα επικράτησε εντάφια σιγή εκείνες τις στιγμές. Οι Εγγλέζοι ταμπουρώθηκαν πίσω από τοίχους. Πήραν θέσεις σε μπαλκόνια, βεράντες, στέγες. Ξάπλωσαν στα χαντάκια. Το μυστικό απλώθηκε σ' όλο το χωριό. Το Λιοπέτρι σώπαινε και καρτέραγε. Μια κουφόβραση κυριαρχούσε που προμήνυε το σεισμό. Κι έσπασε η τραγική σιωπή από τη φωνή του μεγαφώνου: - - Παραδοθείτε. - ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ, αντιλάλησαν οι αιώνες. Τα κλείστρα των πολυβόλων σηματοδότησαν με τον ξηρό μεταλλικό κρότο την έναρξη της μάχης. Κι αμέσως, εκρήξεις χειροβομβίδων, ριπές δεκάδων αυτομάτων, συγκλονιστικοί πολυβολισμοί, κραυγές, φωνές πόνου, ουρλιαχτά, εγγλέζικες διαταγές, πανδαιμόνιο. Μια ομάδα στρατιωτών επιχείρησαν να πλησιάσουν τον Αχυρώνα, έκαναν μερικά βήματα, δέχτηκαν στο ψαχνό τις σφαίρες βροχή, ούρλιασαν κάποιοι, σπάραξαν στο έδαφος και οι άλλοι οπισθοχώρησαν πανικόβλητοι. Τα παλικάρια έτρεχαν, εναλλάσσονταν, βρίσκονταν σ' όλες τις πολεμίστρες, κροτάλιζαν τ' αυτόματα, έριχναν χειροβομβίδες, σκορπούσαν το θάνατο. 'Ένας αξιωματικός διέταξε ένα στρατιώτη να προχωρήσει, εκείνος αρνήθηκε. Τον πυροβόλησε με το περίστροφό του και τον άφησε στον τόπο. Κάποιοι κατάφεραν να βγουν αθέατοι στη στέγη του Αχυρώνα. Άνοιξαν τρύπα, πέταξαν ρούχα λουσμένα με βενζίνη, έβαλαν φωτιά, μα έσβησε. Έφεραν ελικόπτερο, πέταξε πάνω απ' τον Αχυρώνα, έριξε εμπρηστικά, φούντωσαν φλόγες, το Χάνι της Γραβιάς καιγόταν. Μα οι αγωνιστές συνέχιζαν τη μάχη, Τους φώναζαν να παραδοθούν κι εκείνοι απαντούσαν: - Μολών Λαβέ. Έφτασε ως τ' Αυγόρου ο σάλαγος της μάχης. Κι η μάνα του Κάρυου βγήκε στην αυλή και φώναξε: - Δύναμην, γιέ μου. Δύναμην, Να πεθάνεις λεβέντης! 'Ηρθαν νοσοκομειακά δυο τουλάχιστον φορές. Φόρτωσαν νεκρούς, τραυματίες, έφυγαν και ξαναγύρισαν. Κι ο ορυμαγδός του πολέμου συνεχιζόταν, θέριζε ο θάνατος. κορμιά, λουζόταν μ' αίμα η γη, μέχρι τις δυο το δείλι. 'Ώσπου το ελικόπτερο έβρεξε με βενζίνη τον Αχυρώνα. Τα φλογοβόλα μετέτρεψαν τον προμαχώνα σε πυρακτωμένη κόλαση και οι αντάρτες άρχισαν με την τελευταία σφαιροθήκη, ο καθένας με τη σειρά του, την έξοδο, καταιγιστικά πυροβολώντας, μέχρι που διάτρητοι έπεφταν στην αυλή του θυσιαστηρίου νεκροί. Ποιος έπεσε πρώτος, ποιος τελευταίος, κανείς δεν έμαθε ποτέ κι ούτε θα μάθει. Μόνο ισχυρισμοί των Εγγλέζων υπάρχουν για τη σειρά των σκυταλοδρόμων του Θανάτου. Στην ανάκριση λέχθηκε ότι πρώτος έπεσε ο Ανδρέας Κάρυος και σε λίγο ο Χρίστος Σαμάρας. Ακολούθησε ο Φώτης Πίττας και τελευταίος ο Ηλίας Παπακυριακού. 'Οταν οι καπνοί διαλύθηκαν, οι πυροβολισμοί σταμάτησαν, οι Εγγλέζοι προχώρησαν δειλά-δειλά και λόγχισαν τους πεθαμένους σταυραετούς. Λόγχισαν τα νεκρά κορμιά με λύσσα και πυροβόλησαν τους ήρωες με περίστροφα. Δεν τους φοβόνταν πια! 0 Ανδρέας Κάρυος κι ο Χρίστος Σαμάρας έπεσαν ο ένας κοντά στον άλλο κατά το νότο. Ο δάσκαλος, ο Φώτης Πίττας προς την ανατολή. Κι ο Ηλίας Παπακυριακού βρέθηκε προς το βορρά. Στη θανατική ανάκριση που διενήργησαν οι Άγγλοι αναφέρθηκε ότι: Υπεύθυνος των Άγγλων ήταν ο ταγματάρχης Φίλιπ Τζων Ρόουλυ Χέυλαντ. Χρησιμοποιήθηκε ρουκετοβόλο των 3.5 χιλιοστών που έριξε 11 ρουκέτες. Χειροβομβίδες διαφόρων τύπων. Ο Χάρολυτ Τζάκομπς παραδέχτηκε ότι βγήκε στη στέγη και πυρπόλησε τον αχυρώνα με πετρέλαιο.
Στους περιφανέστερους ήρωες της τετράχρονης εποποιίας της ΕΟΚΑ συγκαταλέγεται ο Κυριάκος Μάτσης, που αρνήθηκε να παραδοθεί όταν τον περικύκλωσαν οι Άγγλοι κραυγάζοντας όπως τον αδελφικό του φίλο Γρηγόρη Αυξεντίου, την ηρωική ιαχή των αιώνων "Μολών Λαβέ". Ο ήρωας διέταξε τους συντρόφους του να παραδοθούν κι ο ίδιος έμεινε στο κρησφύγετό του στο Δίκωμο. Τον ανατίναξαν οι 'Άγγλοι με χειροβομβίδα στις 19 Νοεμβρίου 1958.
H συνάντηση με το Χάρτινγκ
Οι Άγγλοι γνώριζαν τον ήρωα. Τον ήρωα τον γνώριζε από πριν κι ο κυβερνήτης, ο Χάρτιγκ, που έσπευσε να τον συναντήσει στους θαλάμους βασανιστηρίων της Ομορφίτας. Ο φοβερός κυβερνήτης είχε μακρά συνομιλία με τον αγωνιστή. Συζήτησαν διεξοδικά το Κυπριακό. Το περιεχόμενο των συνομιλιών με το Μακάριο, τις προτάσεις που ο Χάρτινγκ υπέβαλε για λύση του Κυπριακού. Ο Μάτσης, που ήταν σύνδεσμος Διγενή - Μακαρίου, ήξερε βέβαια τα πάντα από προηγουμένως. Στη συζήτηση, πίσω από το Χάρτινγκ βρίσκονταν οι πέντε ανακριτές. Στην πορεία της συνομιλίας ο κυβερνήτης έκανε μια χειρονομία απρόβλεπτη: Πρότεινε στον Κυριάκο Μάτση μισό εκατομμύριο λίρες. για να του αποκαλύψει το κρησφύγετο του Διγενή! Αυτή ακριβώς η χειρονομία σήμανε το τέλος της συνάντησης. Ο Κυριάκος Μάτσης ορθώθηκε αγανακτισμένος. Χτύπησε δυνατά τη γροθιά του στο τραπέζι και φώναξε: "Ου περί χρημάτων τον αγώνα ποιούμεθα αλλά περί αρετής. Ντρέπομαι για σένα.." Γύρισε ο αγωνιστής απότομα, έσπρωξε την πόρτα, βγήκε και κατέβηκε στο κελί του".
Επίλογος
Στη συνοπτική αναφορά σημειώθηκαν σε γενικές γραμμές μερικά στιγμιότυπα από τον απελευθερωτικό αγώνα του Κυπριακού Ελληνισμού για Ένωση με την Ελλάδα. Ο σκοπός της ΕΟΚΑ δεν επιτεύχθηκε. Ο αγώνας τερματίστηκε το Φεβρουάριο του 1959 με την υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης - Λονδίνου και την ανακήρυξη ανεξάρτητου Κυπριακού κράτους. ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ
No comments:
Post a Comment