« Δεῦτε ἀριστήσατε», ἐλᾶτε νά πάρετε τό πρωϊνό σας, λέγει ὁ Κύριος σέ ὁμάδα Μαθητῶν του πού ψάρευαν μετά τήν Ἀνάστασή Του, στή θάλασσα τῆς Τιβεριάδος, ὅπως ἀκούσαμε σήμερα στό δέκατο Ἐωθινό Εὐαγγέλιο.
Ἴσως νά θέλησαν ὁ Πέτρος καί ὁ Ἀνδρέας νά ἐπισκεφθοῦν τούς συγγενεῖς τους στό παραθαλάσσιο χωριό τους Βηθσαϊδά τῆς Γαλιλαίας. Τώρα τίς πρωϊνές ὧρες τούς βρῆκε ὁ Κύριος νά ψαρεύουν. Καί Ἐκεῖνος σάν ἄγνωστος περαστικός τους ἐρωτᾶ ἀπό τή στεριά ἄν ἔχουν πιάσει ψάρια. Καί αὐτοί ἀπήντησαν ὅτι ὅλη τή νύχτα ψάρευαν ἀλλά δέν ἔπιασαν κανένα ψάρι. Καί ὁ ἄγνωστος περαστικός τούς συμβουλεύει. Ρίξτε ἀπό τά δεξιά τά δίχτυα καί θά πιάσετε.
Ἑπτά Μαθηταί τού Κυρίου ἤτανε στήν ψαρόβαρκα καί αὐτή δέν ἀπῆχε πολύ ἀπό τή στεριά. Καί ὅμως κανένας δέν ἀνεγνώρισε τόν ἀναστημένο Διδάσκαλον, ἀλλά κατά περίεργον τρόπον δέχτηκαν χωρίς ἀντίρηση στήν προτροπή του νά ρίξουν τά δίχτυα στά δεξιά τοῦ πλοίου.
Ἔκαναν ὅτι τούς εἶπε, καί μόνον ὅταν εἶδαν τό πλῆθος τῶν ψαριῶν πού ἔπιασαν, τούς λέγει ὁ Ἰωάννης. Ὁ Κύριος ἐστίν. Πράγματι μόνον σέ θαῦμα μπόρεσε νά ἀποδώθῆ τό πλῆθος τῶν ψαριῶν πού ἔπιασαν. Ἀκούοντας ὁ Πέτρος ὅτι ὁ ἄγνωστος στή στεριά εἶναι ὁ Κύριος καί βλέποντας τό πλῆθος τῶν ψαριῶν, θερμός ὅπως πάντα στίς ἐκδηλώσεις των, ἔπεσε στή θάλασσα γιά νά Τόν συναντήση ἐνωρίτερα ἐνῶν οἱ ἄλλοι θά ἐπέστρεφαν στή στεριά μέ τήν ψαρόβαρκα.
Ὁ ἄγνωστος εἶχε ἀναψει φωτιά καί ἔψηνε ἕνα ψάρι. Τώρα πού ἔφεραν καί οἱ Μαθηταί Του ἄλλα πολλά καί μεγάλα ψάρια πού μάλιστα τά μέτρησαν ὅτι ἦσαν 153, τούς εἶπε φέρτα καί βάλτε στή φωτιά καί ἀπό τά δικά σας ψάρια. Εἶδαν ἐπίσης ὅτι ὀ ξένος εἶχε ἐξασφαλίσει καί ἄρτους, ψωμιά γιά ὅλους. Ὅλοι κάτι κατάλαβαν ὅτι ἔχουν τόν Κύριο κοντά τους, ἀλλά δέν τολμούσαν νά μιλήσουν ἀφοῦ ὁ ἴδιος δέν ἔκαμε τήν ἀρχή νά τούς φανερώση τήν πραγματικότητα. Τώρα πού ψήθηκαν τά ψάρια σάν πατέρας πού καλεῖ στό τραπέζι τά παιδιά του, τούς λέγει << Δεῦτε ἀριστήσατε >> ἐλᾶτε νά πάρετε τό πρωϊνό σας.
« Δεῦτε ἀριστήσατε ». Δυό λέξεις ἀλλά ἡ σημασία τους τεραστία. Ἄκρως τιμητική γιά τούς Ἀποστόλους πού τήν ἐδέχθησαν. Τούς καλεῖ ὁ δοξασμένος μέ τήν ἀνάστασή Του Βασιλεύς τοῦ κόσμου. Τούς καλεῖ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ποιούς; αὐτούς ἀπό τούς πιό φτωχούς καί ἄσημους τοῦ κόσμου, ὅπως θά καλοῦσε σέ γεῦμα ἤ δεῖπνο κάποιος ἐπισήμους συγγενεῖς καί φίλους του. Τούς εἶχε δηλώσει ἄλλως τε ὁ Κύριος ὅτι Ἐκεῖνος, Θεός ὤν, δέν τούς θεωρεῖ δούλους Του, ὅπως ἐθεωροῦντο οἱ ἄνθρωποι δούλοι τοῦ Θεοῦ, ἀλλά φίλους Του. Ἐγώ τούς εἶπε δέν σᾶς ὀνομάζω δούλους διότι ὁ δοῦλος δέν γνωρίζει « τί ποιεῖ αὐτοῦ ὁ Κύριος, ὑμᾶς δε εἴρηκα φίλους». Σᾶς ὀνομάζω φίλους. Καί ὄχι μόνον φίλους ἀλλά παιδιά μου καί κληρονόμους τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν, ὁ φίλος δέν κληρονομεῖ. Τό παιδί εἶναι κληρονόμος. Τούς καλεῖ λοιπόν σάν φίλους στό τραπέζι πού ἑτοίμασε γιά νά ἱκανοποιήση τήν πείνα τους, νά τούς ξεκουράσει ἔπειτα ἀπό ὁλονύκτιο ἐργασία τους στή βάρκα, ἀλλά περισσότερο νά τούς δώση τήν ἀγάπη Του, τόν πενυματικό δεσμό πού τούς συνέδεε, ἱκανοποιώντας ταυτόχρονα τό σῶμα καί τήν ψυχή τους.
Μποροῦσε νά ὑπάρξη μεγαλύτερη τιμή γι’ αὐτούς. Καί πόσο γλυκύτερο, θά τούς φαινότανε σήμερα τό ψωμί καί τό ψάρι πού τούς ἑτοίμασαν καί τούς προσέφεραν τά πληγωμένα χέρια τοῦ Κυρίου!
Ἀλλά μή ζηλεύετε ἀγαπητοί μου. Μή τούς ζηλεύετε διότι ἡμεῖς δεχόμεθα ἀσυγκρίτως τιμητικώτερη πρόσκληση ἀπό τόν Θεόν καί συχνότερη καί πνευματική καί θεία. Τότε τό πρόγευμα ἐκεῖνο ἦταν γιά τήν συντήρηση τοῦ σώματος. Τοῦτο στό ὁποῖο μᾶς καλεῖ ὁ Θεός εἶναι ἀπαραίτητο γιά τήν συντήρηση καί σωτηρία τῆς ἀθάνατης ψυχῆς μας. Τότε εἶπε « Δεῦτε ἀριστήσατε » τώρα λέγει σ’ ἐμᾶς « Λάβετε φάγετε τοῦτο ἐστί τό σῶμα μου ». « Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες τοῦτο ἐστί τό αἷμα μου ». Καί μᾶς εἶναι τόσο ἀπαραίτητο τόσον μυστήριο τό νέον αὐτό θεῖον καί αἰώνιον δεῖπνον τό ὁποῖον μᾶς προσφέρει ὁ Σωτήρας μας διότι ὅπως ὁ ἴδιος λέγει πού δέν λάβατε μέρος σέ τοῦτο τό Δεῖπνον « ἐάν μή φάγητε τήν σάρκα καί πίετε τό αἷμα» τό ὑπέρ ὑμῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν, οὐκ ἔχετε ζωήν ἐν ἑαυτοῖς ».
« Δεῦτε ἀριστήσατε ». Κάθε φορά πού θά ἀκούεται αὐτός ὁ λόγος τοῦ Κυρίου πρός τούς Ἀποστόλους ἄς ἔρχεται ἡ σκέψη μας στήν ἀσυγκρίτως ἀνώτερη καί θεία πρόσκληση Του μετά τιμῆς δεχόμεθα ἀπό τόν Κύριον καί ἄς προσπαθοῦμε νά γινόμεθα ἄξιοι τῆς Θείας Τράπεζας τοῦ Θείου Δείπνου τῆς Θείας Κοινωνίας.
No comments:
Post a Comment