Κατάκριση είναι η
δημοσιοποίηση μειονεκτημάτων και αδυναμιών κάποιου με πρόθεση τη δυσφήμισή του.
Κατάκριση είναι η γνωστοποίηση εσφαλμένων πράξεων ενός συνανθρώπου και ο
μειωτικός χαρακτηρισμός της προσωπικότητάς του με στόχο τη βλάβη του. Όταν ο
κατακρίνων φανερώνει κρυφά ή φανερά σφάλματα ενός συνανθρώπου του (π.χ. ψέματα,
επιπολαιότητες), τότε έχουμε μικρή
κατάκριση. Όταν όμως ο κατακρίνων παρουσιάζει τον κατακρινόμενο με
αρνητικούς χαρακτηρισμούς (π.χ. ψεύτης, επιπόλαιος), τότε μειώνεται ολόκληρη η
προσωπικότητά του και έχουμε μεγάλη κατάκριση. Άλλο να παρουσιάζεις ένα ψέμα
του κι άλλο να τον χαρακτηρίζεις ως ψεύτη παντού και πάντοτε.
Η κατάκριση, όπως
όλες οι ανθρώπινες αδυναμίες, αρχίζει στη σκέψη ως εσωτερικό αρνητικό σχόλιο
και μετά εξωτερικεύεται με τον υποτιμητικό
λόγο. Η συγκατάθεση στην εσωτερική κατάκριση είναι κρυφή αμαρτία. Η
καχυποψία, όταν εξ αρχής είναι αρνητική, φθάνει στην εσωτερική κατάκριση, γιατί εμπεριέχει την
υποτίμηση του άλλου.
Η κατάκριση είναι μία εύκολη αμαρτία και γι’ αυτό συχνή.
Δεν της δίνουμε ιδιαίτερη σημασία, γιατί δεν βλέπουμε άμεσα τα αρνητικά της
αποτελέσματα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που
δεν έχει πέσει στην κατάκριση. Ιδιαίτερα κατακρίνουν όσοι δεν αγωνίζονται για
τη δική τους πνευματική πρόοδο και ασχολούνται με τη ζωή των άλλων. Αυτοί
αισθάνονται ευχαρίστηση με το κακό των συνανθρώπων τους και αρέσκονται να τους
δυσφημούν. Ο διάβολος όταν δεν μπορεί να ωθήσει τον αγωνιστή χριστιανό στις
μεγάλες αμαρτίες, τον ωθεί στην κατάκριση για να του χαλάσει την επικοινωνία με
τον Θεό και να τον ρίξει μετά σ’ αυτές.
Αρχ Μάξιμος Παναγιώτου
No comments:
Post a Comment