Ο ιερεύς ενδύεται λευκά, πολυτελή ή χρυσοΰφαντα άμφια.
Γιατί άραγε; Επειδή είναι εγωιστής; Όχι, αγαπητοί μου. Όταν φοράη λευκά άμφια,
θέλει να δείξη τον Χριστόν, ο οποίος κατά την Μεταμόρφωσιν ενεφανίσθη με λευκά
σαν χιόνι ιμάτια. Έτσι, εις το πρόσωπο και εις τα ρούχα του ιερέως εμφανίζεται
ο Χριστός. Όταν φοράη πολυτελή άμφια, θέλει να δείξη την δόξαν του Χριστού.
Φορώντας το στιχάριον, το πρώτο άμφιον, ενδύεται επάνω του τον Χριστόν.
Φορώντας κατόπιν το πετραχήλι, είναι σαν να παίρνη την χάριν του Θεού. Όταν,
τέλος, προσθέτη επάνω του το φελόνιόν του, είναι μία πλήρης εικόνα του Χριστού.
--------------------------------------
Βλέπεις τον ιερέα με τα άμφια; Δεν είναι πλέον ο
συγκεκριμένος ιερεύς, αλλά ο Χριστός. Κανείς στον κόσμο δεν φοράει τα άμφια που
φορούν οι ιερείς. Είναι κάτι το υπερκόσμιον. Είναι ένα παράξενο θέαμα, μια
ουράνια οπτασία, για να δείξη ότι κάτι το ουράνιο, ο ίδιος ο Χριστός, κατέβηκε
σε εμάς.
--------------------------------------
Ανοίγει λοιπόν η ωραία πύλη και εις το θυσιαστήριον
εμφανίζεται ο ιερεύς. Γιατί όμως ο ιερεύς δεν κοιτάζει εμάς, αλλά κοιτάζει προς
το θυσιαστήριον; Ίσταται προ του θυσιαστηρίου και δέεται, ικετεύει, παρακαλεί
τον Χριστόν ως ένας μεσίτης δικός μας. Όταν θα κάνη κατόπιν την είσοδον, θα
πέραση ανάμεσά μας χωρίς να μας ρίξη πάλι ούτε ένα βλέμμα. Είναι αυτός που
προπορεύεται, που ανεβαίνει, που μας οδηγεί εις τον δρόμο του ουρανού.
--------------------------------------
Τι κάνει ο ιερεύς και πάει συνεχώς μπροστά χωρίς να μας
κοιτάζη; Προσέξτε να καταλάβετε. Ανεβήκατε ποτέ στα μοναστήρια των Μετεώρων;
Έχετε έλθει στο Μεγάλο Μετέωρο; Στην αρχαία εποχή οι άνθρωποι ανέβαιναν με το
δίκτυ. Τους έβαζαν μέσα, τους έκλειναν τα μάτια για να μη ζαλίζωνται, και τους
ανέβαζαν με το βαρούλκο. Αργότερα έκαναν ένα δρομάκι πολύ στενό, σύρριζα στον
βράχο, που ανέβαινε μέχρι το βουνό της Μεταμορφώσεως. Όταν λοιπόν ερχόταν
κάποιος, πώς να ανέβη εκείνο το πολύ στενό μονοπατάκι; Αν κοιτούσε κάτω στον
κρημνό, θα εσωριάζετο και θα εχάνετο. Κατέβαινε τότε ένας καλόγερος, έδινε εις
τον επισκέπτη το ράσο του και του έλεγε: Καθώς εγώ θα ανεβαίνω και θα κοιτάζω
προς τα επάνω, εσύ κράτα με. Θα ανεβαίνωμε μαζί. Μην κοιτάξης όμως κάτω. Αν
κοιτάξης, θα πέσης και θα παρασύρης και εμένα. Και από εκείνο το μικρό
μονοπάτι, που χτυπούσε η καρδιά του επισκέπτου, γιατί ήξερε πως κάτω ήταν χάος,
τον ανέβαζε ο καλόγερος. Τον ανέβαζε γύρω γύρω και, όταν έφθαναν επάνω, έλεγε:
Αχ, εδώ είναι ο Χριστός! Αυτό ακριβώς κάνει και ο ιερεύς. Μας ανεβάζει στο
στενό μονοπάτι. Πρόσεξε, μην κοιτάζης κάτω, μη σε πλανέψη κάτι το χοϊκό. Ψηλά η
καρδιά σου, ο νους σου αετός, για να μπορή να διασχίση και τους αιθέρας και
τους ουρανούς! Χερσαία ζώα δεν μπορούν να πετάξουν. Αετός γίνε! Ψηλά κοίτα!
Γέροντας
Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης
Πηγή:.myriobiblos.gr
No comments:
Post a Comment