Στην Ελλάδα, η
οικογένεια του μικρού Αρσενίου εγκαταστάθηκε στην Κόνιτσα της Ηπείρου, όπου ο
ίδιος πέρασε τα παιδικά και νεανικά του χρόνια. Γαλουχούμενος με τις διηγήσεις
για το θαυμαστό βίο του Αγίου Αρσενίου, έλεγε ότι θα γίνει μοναχός από την
ηλικία των 5 ετών! Και αφού έμαθε να διαβάζει, αγαπημένη του ασχολία υπήρξε η
ανἀγνωση των βίων των Αγίων, των οποίων εμιμείτο τους ασκητικούς αγώνες με
θερμό ζήλο.
Μετά από τις
εγκύκλιες σπουδές του δε θέλησε να συνεχίσει στα γράμματα, αλλά προτίμησε να
μιμηθεί το Χριστό και μαθήτευσε στην τέχνη του ξυλουργού, την οποία άσκησε με
επιμέλεια και δεξιοσύνη. Στην ηλικία των 15 ετών αξιώθηκε της θέας του Κυρίου,
για ένα μόνο φιλότιμο λογισμό, μέσω του οποίου απέκρουσε μία δαιμονική προσβολή
του πειρασμού της απιστίας. Από τότε φούντωσε μέσα του ακόμη περισσότερο η
φλόγα της αγάπης του Θεού και ο πόθος για τη μοναχική ζωή.
Ακολούθησαν καιροί
ταραχής και αναστάτωσης για την Ελλάδα, λόγω της ξένης Κατοχής και του εμφυλίου
πολέμου. Ο Όσιος όμως, τόσο ως πολίτης όσο και ως στρατιώτης κατά τη θητεία του
(1945 - 1949 μ.Χ.), επέδειξε απαράμιλλο θάρρος και αυτοθυσία. Ήταν πρόθυμος να
δώσει κάθε στιγμή και τη ζωή του ακόμα για τη σωτηρία των άλλων. Ευρισκόμενος
μάλιστα συχνά μέσα στον καταιγισμό των φονικών πυρών, συνέβη να σώσει με τις
θερμές προσευχές του πολλούς στρατιώτες, αλλά να σωθεί και ο ίδιος με τρόπο
θαυμαστό.
Επειδή το
μεγαλύτερο διάστημα της στρατιωτικής του θητείας το υπηρέτησε με την ειδικότητα
του ασυρματιστή, πολλές εκδόσεις αφιερωμένες στη ζωή του Γέροντα τον αναφέρουν
ως «Ασυρματιστή του Θεού». Μάλιστα, ο Γέροντας φέροντας ως παράδειγμα την
ειδικότητα του στον στρατό, απάντησε σε κάποιον που αμφισβητούσε τη χρησιμότητα
της μοναχικής ζωής ότι οι μοναχοί είναι «ασυρματιστές του Θεού», εννοώντας την
θερμή τους προσευχή και την έγνοια τους για την υπόλοιπη ανθρωπότητα.
Δεν θα υπήρχε,
έτσι, κανένας λόγος να εγκαταλείψει το στάδιο εκείνο της αρετής, εάν – φεύ! –
δεν ενέσκηπτε η σωματική ασθένεια από το τραχύ κλίμα, η οποία τον ανάγκασε να
επιστρέψει στην κατά σάρκα πατρίδα του. Επανερχόμενος στο Άγιο Όρος το 1964
μ.Χ., δεν ελάττωσε το πλήθος των ασκητικών αγώνων του, παρά την καταβολή του
σώματος, καθώς στο πνεύμα διατηρούσε την πρότερη ζέση του. Ζώντας λοιπόν ως
ξένος και παρεπίδημος στη γη, έφτασε να γίνει πολίτης του ουρανού.
Έχοντας, συνεπώς,
την πράξη ως την «επίβασιν» της θεωρίας, έφτασε σε υψηλά μέτρα και έγινε
κοινωνός θείων μυστηρίων. Εντρύφησε έτσι και στην ωραιότητα του Κυρίου, ενώ
επιπλέον έτυχε και της Θεομητορικής ευλογίας. Συνομίλησε με αγίους που
εμφανίστηκαν μπροστά του, βίωσε την όραση του Άγγελου Φύλακά του, άκουσε
αγγελικούς ύμνους και καταυγάσθηκε από το ουράνιο φως.
Το 1966 μ.Χ.
ασθένησε σοβαρά και εισήχθη στο Κέντρο Νοσημάτων Θώρακος Βορείου Ελλάδας
(Νοσοκομείο Παπανικολάου). Υποβλήθηκε σε εγχείρηση, με αποτέλεσμα μερική
αφαίρεση των πνευμόνων. Στο διάστημα μέχρι να αναρρώσει και να επιστρέψει στο
Άγιο Όρος φιλοξενήθηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστού στη
Σουρωτή. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος μετά την ανάρρωσή του και το 1967 μ.Χ.
μετακινήθηκε στα Κατουνάκια, και συγκεκριμένα στο Λαυρεώτικο κελί του Υπατίου
(Βλάχικα).
Στις 12 Αυγούστου
1968 μ.Χ. ο Όσιος Παΐσιος, εισήλθε στην Ιερά Μονή Σταυρονικήτα και μόνασε στο
κελί του Τιμίου Σταυρού.
Το 1979 μ.Χ.
αφήνει τον Τίμιο Σταυρό και αναζητώντας κελί πηγαίνει στην εγκαταλελειμμένη
«Παναγούδα». Εκεί ο Όσιος εργάστηκε σκληρά για να δημιουργήσει ένα κελί με
«ομόλογο», όπου και έμεινε μέχρι και το τέλος τη ζωής του. Από την εποχή που
εγκαταστάθηκε στην Παναγούδα πλήθος λαού τον επισκεπτόταν. Ήταν μάλιστα τόσο το
πλήθος ώστε να υπάρχουν και ειδικές σημάνσεις που επεσήμαναν τον δρόμο προς το
κελί του, ώστε να μην ενοχλούν οι επισκέπτες τους υπολοίπους μοναχούς. Επίσης
δεχόταν πάρα πολλές επιστολές. Όπως έλεγε ο γέροντας στενοχωρείτο πολύ, γιατί
από τις επιστολές μάθαινε μόνο για διαζύγια και ασθένειες ψυχικές ή σωματικές.
Παρά το βεβαρημένο πρόγραμμά του, συνέχιζε την έντονη ασκητική ζωή, σε σημείο
να ξεκουράζεται ελάχιστα, 2 με 3 ώρες την ημέρα. Εξακολούθησε όμως να δέχεται
και να προσπαθεί να βοηθήσει τους επισκέπτες. Συνήθιζε επίσης να φτιάχνει
«σταμπωτά» εικονάκια τα οποία χάριζε στους επισκέπτες σαν ευλογία.
Σε όλη αυτήν την
καθημερινή κούραση του γέροντος Παϊσίου έρχονται να προστεθούν και τα
προβλήματα υγείας που τον ταλαιπωρούσαν. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του οι
πόνοι από τις διάφορες αρρώστιες όπως κολίτιδα, η οποία του άφησε μόνιμα
δυσπεπτικά, βουβωνοκήλη και κυρίως από τον καρκίνο που του είχε διαγνωσθεί,
γίνονταν όλο και περισσότεροι. Παρ' όλ' αυτα όμως αυτός ήταν ήρεμος και υπέμενε
χωρίς να διαμαρτύρεται καθόλου. Αντιθέτως συνέχιζε να προσεύχεται για όλους.
Μετά το 1993 μ.Χ.
παρουσίαζε αιμορραγίες για τις οποίες αρνούνταν να νοσηλευτεί λέγοντας ότι «όλα
θα βολευτούν με το χώμα». Το Νοέμβριο του ίδιου έτους βγήκε για τελευταία φορά
από το Άγιον Όρος και πήγε στη Σουρωτή, στο Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του
Θεολόγου για τη γιορτή του Αγίου Αρσενίου (10 Νοεμβρίου). Εκεί έμεινε για λίγες
μέρες και ενώ ετοιμαζόταν να φύγει ασθένησε και μεταφέρθηκε στο Θεαγένειο, όπου
έγινε διάγνωση για όγκο στο παχύ έντερο. Θεώρησε τον καρκίνο εκπλήρωση
αιτήματός του προς το Θεό και ωφέλιμο για την πνευματική του υγεία. Στις 4
Φεβρουαρίου του 1994 μ.Χ. χειρουργήθηκε. Παρότι η ασθένεια δεν έπαυσε, αλλά
παρουσίασε μεταστάσεις στους πνεύμονες και στο ήπαρ, ο γέροντας ανακοίνωσε την
επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος στις 13 Ιουνίου. Ο υψηλός πυρετός όμως
και η δύσπνοια τον ανάγκασαν να παραμείνει.
Στο τέλος του Ιουνίου
οι γιατροί του ανακοίνωσαν ότι τα περιθώρια ζωής του ήταν δύο με τρεις
εβδομάδες το πολύ. Τη Δευτέρα 11 Ιουλίου (γιορτή της Αγίας Ευφημίας) κοινώνησε
για τελευταία φορά γονατιστός μπροστά στο κρεβάτι του. Τις τελευταίες μέρες της
ζωής του αποφάσισε να μην παίρνει φάρμακα ή παυσίπονα, παρά τους φρικτούς
πόνους της ασθένειάς του. Κοιμήθηκε την Τρίτη 12 Ιουλίου 1994 μ.Χ. και ώρα
11:00 και ενταφιάστηκε στο Ιερό Ησυχαστήριο του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη
Σουρωτή Θεσσαλονίκης.
Στις 13 Ιανουαρίου
2015 συνήλθε η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινούπόλεως
και αποφάσισε την κατάταξη του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου στο Αγιολόγιο της
Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου έχει ως εξής:
«Συνῆλθεν, ὑπό τήν
προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν
συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Tρίτην, 13ην Ἰανουαρίου 2015, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ
διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων.
Κατ᾿ αὐτήν, ἡ Ἁγία
καί Ἱερά Σύνοδος: α) ὁμοφώνως ἀποδεχθεῖσα εἰσήγησιν τῆς Κανονικῆς Ἐπιτροπῆς ἀνέγραψεν
εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τόν μοναχόν Παΐσιον Ἁγιορείτην καί β)
προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου,
διά ψήφων κανονικῶν ἐξελέξατο παμψηφεί τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εἰρηναῖον
Ἀβραμίδην, διακονοῦντα ἐν Παρισίοις, Βοηθόν Ἐπίσκοπον παρά τῷ Σεβασμιωτάτῳ
Μητροπολίτῃ Γαλλίας κυρίῳ Ἐμμανουήλ, ὑπό τόν τίτλον τῆς πάλαι ποτέ διαλαμψάσης Ἐπισκοπῆς
Ρηγίου.
Ἐν τοῖς
Πατριαρχείοις, τῇ 13ῃ Ἰανουαρίου 2015
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας
τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου» Σήμερα τιμάμε και τη μνήμη των αγίων:
Άγιοι Πρόκλος και
Ιλάριος, Αγία Βερονίκη η αιμορροούσα,
Αγία Βερονίκη η
αιμορροούσα
Άγιος Σεραπίων ο
νέος
Άγιοι Ανδρέας ο
Στρατηλάτης, Ηράκλειος, Φαύστος, Μηνάς και η συνοδεία τους
Όσιος Μιχαήλ ο
Μαλείνος πνευματικός πατέρας του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτη
Σύναξη της
Παναγίας της Τριχερούσας στο Άγιο Όρος
Ανακομιδή Ιερών
Λειψάνων του Αγίου Γεωργίου Επισκόπου Άσσου Μυτιλήνης
Άγιος Αρσένιος του
Νόβγκοροντ
Άγιος Μάμας πέραν
εν τω Σίγματι
Σύναξη της
Παναγίας της Κουκουζέλισσας στην Νέα Κίο Αργολίδας. Την ευχή των αγίων να
έχουμε για μια όμορφη και ευλογημένη μέρα...ΚΑΛΗΜΕΡΑΑΑΑΑ!!!
No comments:
Post a Comment