Προφήτης Ησαΐας, υιός του Αμώς (Ησαΐας 1,1 και 2,1),
γεννήθηκε στα Ιεροσόλυμα περί το 774 π.Χ. Το όνομα Ησαΐας σημαίνει "ο Θεός
σώζει". Υπήρξε ο σπουδαιότερος από τους τέσσερις ονομαζόμενους
"μεγάλους" προφήτες. Καλείται και "Μεσσιανικός" προφήτης
γιατί κήρυξε για τον ερχομό του Μεσσία Ιησού Χριστού. Χαρακτηρίζεται και ως
"πέμπτος ευαγγελιστής" ή "ευαγγελιστής της Παλαιάς
Διαθήκης" καθώς περιγράφει με λεπτομέρειες τη ζωή και το έργο του Ιησού,
ιδιαίτερα τη γέννησή Του και τα πάθη Του.
Η Αγία Γραφή δεν αναφέρει ιδιαίτερες πληροφορίες για το
πρόσωπό του, παρόλο που ήταν ο πιο σημαντικός προφήτης. Σύμφωνα με την εβραϊκή
παράδοση (Ταλμούδ) καταγόταν από βασιλική οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν
αδελφός του βασιλέως των Ιουδαίων Αμασίου. Εάν αυτό αληθεύει τότε ο Ησαΐας ήταν
ξάδερφος του βασιλιά Οζία και εγγονός του βασιλιά Ιωάς. Η δε θυγατέρα του
λέγεται ότι είχε νυμφευθεί τον βασιλέα Μαννασή. Οι παραδόσεις αυτές, θρύλοι
μάλλον και όχι ιστορικές αλήθειες, υποδηλώνουν πάντως την ευγενή καταγωγή του
Ησαΐου. Ο Ησαΐας ήταν παντρεμένος και η σύζυγός του καλείται και
"προφήτισσα" (Ησαΐας 8,3), γιατί πιθανόν να προφήτευε και αυτή. ήταν
έγγαμος και είχε αποκτήσει δύο παιδιά, τα οποία αναφέρονται στις Προφητείες
του. Σε αυτά, κατ' εντολήν προφανώς του Θεού, είχαν δοθεί συμβολικά ονόματα.
Του μεν πρώτου το όνομα ήταν Σεάρ-Ιασούβ και σημαίνει κατά τους εβδομήκοντα "το
υπόλοιπο θα επιστρέψει" (Ησαΐας 7,3), δηλαδή οι εναπομείναντες στην
αιχμαλωσία Ιουδαίοι θα επανέλθουν στην πατρίδα τους. Του δε άλλου το όνομα ήταν
Μαχέρ Σχαλάζ Χας Βαζ και σημαίνει "ταχέως σκύλευσον, οξέως
προνόμευσον" (Ησαΐας 8,1-4), σε δήλωση της επικείμενης κατά των
Ιεροσολύμων επιδρομής των Ασσυρίων και Βαβυλωνίων.
Ο Ησαΐας κλήθηκε στην προφητική διακονία του κατά το 738
μ.Χ., τελευταίο έτος της βασιλείας του Οζίου και πρώτο έτος της βασιλείας
Ιωάθαμ, η οποία και κράτησε 60 χρόνια. Ο ίδιος ιστορεί σε μια
συναρπαστική περιγραφή την κλήση του. Ευρισκόμενος στο ιερό είδε τον Κύριο
καθήμενο επάνω σε θρόνο υψηλό, ενώ ο ναός ήταν πλημμυρισμένος από υπέρλαμπρο
φως της θείας δόξας. Τα εξαπτέρυγα Σεραφίμ, ίσταντο γύρω από το θείο θρόνο
προσφωνώντας και αντιφωνώντας το ένα το άλλο, δοξολογώντας τον Θεό και λέγοντας
«άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ, πλήρης πάσα η γη της δόξης Αυτού». Μπροστά στο
μεγαλειώδες αυτό θέαμα ο Ησαΐας καταλύφθηκε από βαθιά συγκίνηση και δέος,
αναλογίστηκε την αναξιότητά του ως ανθρώπου και αναφώνησε ότι, ως άνθρωπος που
έχει ακάθαρτα χείλη, αξιώθηκε να δει τον Βασιλέα, Κύριο Σαβαώθ. Μετά την
ταπεινή αυτή ομολογία του, ένα από τα Σεραφίμ έλαβε διά της λαβίδος στο χέρι
του αναμμένο κάρβουνο από το θυσιαστήριο, στο οποίο καιγόταν ευώδες θυμίαμα, άγγιξε
τα χείλη του Ησαΐα και του είπε: «ιδού, αυτό άγγιξε τα χείλη σου και θα
αφαιρέσει τις ανομίες σου και θα καθαρίσει τελείως και θα απαλείψει από σένα
τις αμαρτίες σου».
Μετά απ΄ αυτό τον τρόπο κάθαρσης ο Ησαΐας πλήρης πίστης,
θείου φωτισμού και πραγματικά ακατανίκητου θάρρους προθυμοποιήθηκε να αναλάβει
το προφητικό έργο του, ήταν ηλικίας τότε 27 ετών.
Το έργο του Προφήτη Ησαΐα επεκτάθηκε επί της βασιλείας
του Ιωάθαμ, Άχαζ, Εζεκίου (Ησαΐας 1,1), ίσως δε και επί Μανασσή, από τον οποίο,
όπως λέγεται καταδικάσθηκε σε θάνατο και εκτελέσθηκε με ξύλινο πριόνι, επειδή
τον έλεγξε δημοσίως για την ασέβειά του. Η πρώτη περίοδος της προφητικής του
διακονίας αρχίζει επί βασιλείας Οζία (783-738 π.Χ.) και συνεχίζει επί βασιλείας
Ιωάθαμ (750-735 π.Χ.). Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από την εποχή της
βασιλείας του Άχαζ (735-719 π.Χ.) μέχρι τη βασιλεία του Εζεκία, και η τρίτη από
την άνοδο του Εζεκία στο θρόνο μέχρι το δέκατο πέμπτο έτος της βασιλείας του
(719-705 π.Χ.).
Η εποχή κατά την οποία έζησε ο Ησαΐας ήταν πολύ δύσκολη
για το Ισραηλιτικό βασίλειο. Οι Εβραίοι της εποχής εκείνης είχαν εκτραπεί σε
μια υλόφρονα ζωή, για την ικανοποίηση της οποίας δεν δίσταζαν μπροστά σε καμία
αδικία και παρανομία. Οι ιερείς ήταν μέθυσοι, οι ψευδοπροφήτες οργίαζαν, οι
άρχοντες ήταν κλέφτες. Οι ψευδοευλαβείς εκείνοι, που νήστευαν και προσέφεραν
θυσίες υποκριτικά και ήταν άδικοι και ανελεήμονες, είχαν πληθυνθεί και
συνεργούσαν στη διαφθορά.
Μια τέτοια κατάπτωση ήταν επόμενο να οδηγήσει σε ολιγοπιστία,
σε απιστία προς τον αληθινό Θεό και σε εκτροπή προς την ειδωλολατρία. Εξαιτίας
της αμαρτωλότητας και ασέβειας που κυριαρχούσε, με σκοπό την παιδαγωγία, την
επιστροφή του λαού και την υπακοή στον θείο νόμο, ο Θεός επέτρεπε συμφορές και
θλίψεις, ιδιαίτερα δε τις καταστρεπτικές επιδρομές ξένων, γειτονικών και
μακρινών λαών.
Έτσι το έργο του Προφήτη Ησαΐα, καθ' όλο το διάστημα της
δράσεώς του, ήταν να ελέγχει την αμαρτωλότητα και ασέβεια, να καταδικάζει
αυστηρότατα την αποστασία και ειδωλολατρία, να προλέγει θλίψεις κατά του
αποστάτη λαού και να καλεί σε μετάνοια και επιστροφή προς τον Θεό. Σε περίοδο
προφανών κινδύνων, επιδρομής εχθρών και δουλείας του λαού, ενθάρρυνε τους
αποκαρδιωμένους, αναθέρμαινε την πίστη και υπακοή προς τον Θεό, καλλιεργούσε
την ελπίδα της απολυτρώσεως.
Ο Ησαΐας είναι ο συγγραφέας του ομώνυμου βιβλίου της
Παλαιάς Διαθήκης. Το ύφος των κειμένων του βιβλίου του είναι πλούσιο,
εκφραστικό, ελκυστικό και αναντίρρητα κλασικά σοβαρό, γεγονός που φανερώνει την
ευγενική του καταγωγή. Εκτός από το βιβλίο αυτό ο Ησαΐας έγραψε και άλλα έργα
τα οποία όμως δε διασώθηκαν. Αυτά είναι "η πράξεις (βιογραφία) του βασιλιά
Οζία" (Β' Παραλειπομένων 26,22), και το "βιβλίο των βασιλείων Ιούδα
και Ισραήλ" (Β' Παραλειπομένων 32,32).
Εκτός από τις προφητείες, στο βιβλίο του Ησαΐα υπάρχουν
και αρκετά ιστορικά στοιχεία. Αλλά εκείνο το οποίο χαρακτηρίζει εντονότερα τον
Ησαΐα είναι κυρίως οι πολυάριθμες και καθαρότατες Χριστολογικές Προφητείες του.
Φωτιζόμενος από το Πανάγιο Πνεύμα προανήγγειλε την εκ Παρθένου γέννηση του
Λυτρωτού, όπως και το Όνομα Αυτού "Εμμανουήλ", το οποίο σημαίνει
"ο Θεός μαζί μας" (Ησαΐας 7,14-16). Γι' αυτό και ονομάσθηκε από τους
Πατέρες, "Ευαγγελικός Προφήτης", οι δε Προφητείες του "Καθ'
Ησαΐαν Ευαγγέλιον".
Προφήτευσε επίσης τον ερχομό του Ιωάννη του Βαπτιστή
(Ησαΐας 40,3). Άλλες προφητείες αναφέρονται στην τελική κρίση όλου του κόσμου
(κεφ. 24-27) και στα έθνη που θα γίνονταν απειλή για το λαό Ισραήλ. Στο βιβλίο
του περιέχονται, μεταξύ άλλων, προφητείες για την πτώση της Βαβυλώνας από τον
Πέρση Κύρο και για την αποκατάσταση της Ιερουσαλήμ.
Το ιερό λείψανό του μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη,
επί αυτοκράτορα Θεοδοσίου Β' (408 - 450 μ.Χ.) και κατατέθηκε στο ναό του Αγίου
Μάρτυρα Λαυρεντίου που ήταν πλησίον των Βλαχερνών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει
τη μνήμη του στις 9 Μαΐου.
No comments:
Post a Comment