Friday, September 30, 2011

Ξύπνα παιδί μου πριν σε ξυπνήσει ο Χάρος… (Γέροντας Μακάριος ο Σπηλαιώτης)

Τελείωνε πια το προσκύνημά μας. Τις παραμονές του μισεμού πήρα τον ανήφορο μοναχός, ν’ ανέβω στ’ άγρια ησυχαστήρια, ανάμεσα στους βράχους αψηλά απάνω από τη θάλασσα, στα Καρούλια. Τρυπωμένοι μέσα σε σπηλιές, ζουν εκεί και προσεύχουνται για τις αμαρτίες του κόσμου, καθένας μακριά από τον άλλο, για να μην έχουν και την παρηγοριά να βλέπουν ανθρώπους, οι πιο άγριοι, οι πιο άγιοι ασκητές του Αγίου Όρους. Ένα καλαθάκι έχουν κρεμασμένο στη θάλασσα, κι οι βάρκες που τυχαίνει κάποτε να περνούν ζυγώνουν και ρίχνουν μέσα λίγο ψωμί, ελιές, ότι έχουν, για να μην αφήσουν τους ασκητές να πεθάνουν της πείνας. Πολλοί από τους άγριους αυτούς ασκητές τρελαίνουνται. Θαρρούν πώς έκαμαν φτερά, πετούν απάνω από τον γκρεμό και γκρεμίζουνται. Κάτω ο γιαλός είναι γεμάτος κόκκαλα.
Ανάμεσα στους ερημίτες τούτους ζούσε τα χρόνια εκείνα, ξακουστός για την αγιοσύνη του, ο Μακάριος ο Σπηλαιώτης. Αυτόν κίνησα να δω. Από τη στιγμή που πάτησα στο ιερό βουνό, είχα πάρει την απόφαση να πάω να τον δω, να σκύψω να του φιλήσω το χέρι και να του ξομολογηθώ. Όχι τα κρίματά μου, δεν πίστευα να χα κάμει ως τότε πολλά, όχι τα κρίματά μου παρά την εωσφορική αλαζονεία που συχνά μ’ έσπρωχνε να μιλώ με αναίδεια για τα εφτά μυστήρια και τις δέκα εντολές και να θέλω να χαράξω δικό μου δεκάλογο.
Σα να χε φτάσει κιόλας η Δευτέρα Παρουσία και ξεπρόβαλε ο σκελετός αυτός από τη γης και δεν είχε ακόμα προφτάσει να ντυθεί όλες τις σάρκες του. Φόβος κι αηδία με κυρίεψε, και συνάμα κρυφός ανομολόγητος θαμασμός. Δεν τόλμησα να τον ζυγώσω, τον ρώτησα από μακριά. Άπλωσε το ξεραμένο μπράτσο, αμίλητος, και μου δείξε μια μαύρη σπηλιά αψηλά στα χείλια του γκρεμού.
 Πήρα ν’ ανεβαίνω πάλι τους βράχους, με καταξέσκισαν τα αγκρίφια τους, έφτασα στη σπηλιά. Έσκυψα να δω μέσα. Μυρωδιά χωματίλα και λιβάνι, σκοτάδι βαθύ. Σιγά-σιγά διέκρινα ένα σταμνάκι δεξά, σε μια σκισμάδα του βράχου, τίποτα άλλο. Έκαμα να φωνάξω, μα η σιωπή μέσα στο σκοτάδι ετούτο μου φάνηκε τόσο ιερή, τόσο ανησυχαστική, που δεν τόλμησα. Σαν αμαρτία, σαν ιεροσυλία μου φάνηκε εδω η φωνή του ανθρώπου.
Είχαν πια συνηθίσει τα μάτια μου στο σκοτάδι, κι ως τα γούρλωνα και κοίταζα, ένας φωσφορισμός απαλός, ένα πρόσωπο χλωμό, δυό χέρια σκελεθρωμένα κουνήθηκαν στο βάθος της σπηλιάς κι ακούστηκε γλυκιά ξεπνεμένη φωνή:
– Καλώς τον!
Έκαμα κουράγιο, μπήκα στη σπηλιά, προχώρησα κατά τη φωνή. Κουλουριασμένος χάμω, είχε σηκώσει το κεφάλι ο ασκητής, και διέκρινα στο μεσόφωτο το πρόσωπό του άτριχο, φαγωμένο από τις αγρύπνιες και την πείνα, με αδειανούς βολβούς, να γυαλίζει βυθισμένο σε ανείπωτη μακαριότητα. Τα μαλλιά του είχαν πέσει, έλαμπε το κεφάλι του σαν κρανίο.
– Ευλόγησον, πάτερ, είπα κι έσκυψα να του φιλήσω το κοκαλιασμένο χέρι.
Κάμποση ώρα σωπαίναμε. Κοίταζα με απληστία την ψυχή τούτη που είχε εξαφανίσει το κορμί της, αυτό βάραινε τις φτερούγες της και δεν την άφηνε ν’ ανέβει στον ουρανό. Ανήλεο, ανθρωποφάγο θεριό η ψυχή που πιστεύει. Κρέατα, μάτια, μαλλιά, όλα του τα χε φάει.
Δεν ήξερα τι να πω, από που ν’ αρχίσω. Σαν ένα στρατόπεδο ύστερα από φοβερή σφαγή μου φάνταζε το σαράβαλο κορμί μπροστά μου. Ξέκρινα απάνω του τις νυχιές και τις δαγκωματιές του Πειρασμού.
Αποκότησα τέλος:
– Παλεύεις ακόμα με το Διάβολο, πάτερ Μακάριε; τον ρώτησα.
- Όχι πια, παιδί μου. Τώρα γέρασα, γέρασε κι αυτός μαζί μου. Δεν έχει δύναμη. Παλεύω με το Θεό.
– Με το Θεό! έκαμα ξαφνιασμένος κι ελπίζεις να νικήσεις;
– Ελπίζω να νικηθώ, παιδί μου. Μου απόμειναν ακόμα τα κόκαλα. Αυτά αντιστέκουνται.
– Βαριά η ζωή σου, γέροντά μου. Θέλω κι εγώ να σωθώ, δεν υπάρχει άλλος δρόμος;
– Πιο βολικός; έκαμε ο ασκητής και χαμογέλασε με συμπόνια.
– Πιο ανθρώπινος, γέροντά μου.
– Ένας μονάχα δρόμος.
– Πώς τον λέν;
– Ανήφορο. Ν’ ανεβαίνεις ένα σκαλί. Από το χορτασμό στην πείνα, από τον ξεδιψασμό στη δίψα, από τη χαρά στον πόνο. Στην κορφή της πείνας, της δίψας, του πόνου κάθεται ο Θεός. Στην κορφή της καλοπέρασης κάθεται ο Διάβολος διάλεξε.
– Είμαι ακόμα νέος. Καλή ναι η γης, έχω καιρό να διαλέξω.
Aπλωσε ο ασκητής τα πέντε, κόκαλα του χεριού του, άγγιξε το γόνατό μου, με σκούντηξε:
- Ξύπνα, παιδί μου, ξύπνα, πριν σε ξυπνήσει o Χάρος.
Ανατρίχιασα.
– Είμαι νέος, ξανάπα για να κάμω κουράγιο.
- Ο Χάρος αγαπάει τους νέους. Η Κόλαση αγαπάει τους νέους. Η ζωή ναι ένα μικρό κεράκι αναμμένο, εύκολα σβήνει, έχε το νου σου, ξύπνα!
Σώπασε μια στιγμή, και σε λίγο:
– Είσαι έτοιμος; μου κάνει.
Αγανάχτηση με κυρίεψε και πείσμα.
– Όχι! φώναξα.
– Αυθάδεια της νιότης! Το λες και καυχιέσαι, μη φωνάζεις. Δε φοβάσαι;
– Ποιος δε φοβάται; Φοβούμαι. Κι ελόγου σου, πάτερ άγιε, δε φοβάσαι; Πείνασες, δίψασες, πόνεσες, κοντεύει να φτάσεις στην κορφή της σκάλας, φάνηκε ! πόρτα της Παράδεισος. Μα θ’ ανοίξει η πόρτα αυτή να μπεις; Θ’ ανοίξει; είσαι σίγουρος;
Δύο δάκρυα κύλησαν από τις κόχες των ματιών του. Αναστέναξε. Και σε λίγο:
- Είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού. Αυτή νικάει και συχωρνάει τις αμαρτίες του ανθρώπου.
– Κι εγώ είμαι σίγουρος για την καλοσύνη του Θεού. Αυτή λοιπόν μπορεί να συχωρέσει και την αυθάδεια της νιότης.
– Αλίμονο να κρεμόμαστε μονάχα από την καλοσύνη του Θεού. Η κακία τότε κι η αρετή θα μπαίναν αγκαλιασμένες στην Παράδεισο.
– Δεν είναι, θαρρείς, γέροντά μου, ! καλοσύνη του Θεού τόσο μεγάλη;
Κι ως το πα, άστραψε στο νου μου ο ανόσιος, μπορεί, μα, ποιος ξέρει, μπορεί ο τρισάγιος στοχασμός, πώς θα ρθει καιρός της τέλειας λύτρωσης, της τέλειας φίλιωσης, θα σβήσουν οι φωτιές της Κόλασης, κι ο Ασωτος Υιός, ο Σατανάς, θ’ ανέβει στον ουρανό, θα φιλήσει το χέρι του Πατέρα και δάκρυα θα κυλήσουν από τα μάτια του: «Ήμαρτον!» θα φωνάξει, κι ο Πατέρας θ’ ανοίξει την αγκάλη του: «Καλώς ήρθες» θα του πει «καλώς ήρθες, γιε μου. Συχώρεσε με που σε τυράννησα τόσο πολύ!».
Μα δεν τόλμησα να ξεστομίσω το στοχασμό μου. Πήρα ένα πλάγιο μονοπάτι να του το πω.
– Έχω ακουστά, γέροντά μου, πώς ένας άγιος, δε θυμάμαι τώρα ποιός, δεν μπορούσε να βρει ανάπαψη στην Παράδεισο. Ακουσε ο Θεός τους στεναγμούς του, τον κάλεσε: «Τί έχεις κι αναστενάζεις;» τον ρώτησε. «Δεν είσαι ευτυχής;
Πώς να μαι ευτυχής, Κύριε;» του αποκρίθηκε ο άγιος. Στη μέση μέση της Παράδεισος ένα σιντριβάνι και κλαίει.
Τί συντριβάνι;
Τα δάκρυα των κολασμένων».
Ο ασκητής έκαμε το σημάδι του σταυρού, τα χέρια του έτρεμαν.
– Ποιος είσαι; έκαμε με φωνή ξεψυχισμένη. Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά!
Έκαμε πάλι το σταυρό του τρεις φορές, έφτυσε στον αέρα:
– Ύπαγε οπίσω μου, Σατανά, ξανάπε, κι ! φωνή του τώρα είχε στερεώσει.
Αγγιξα το γόνατό του που γυάλιζε γυμνό στο μεσόφωτο. Το χέρι μου πάγωσε.
– Γέροντά μου, του κάνω, δεν ήρθα εδώ να σε πειράξω, δεν είμαι ο Πειρασμός. Είμαι ένας νέος που θέλει να πιστέψει απλοϊκά, χωρίς να ρωτάει, όπως πίστευε ο παππούς μου ο χωριάτης θέλω, μα δεν μπορώ.
– Αλίμονο σου, αλίμονο σου, δυστυχισμένε. Το μυαλό θα σε φάει, το εγώ θα σε φάει. Ο αρχάγγελος Εωσφόρος, που εσύ υπερασπίζεσαι και θες να τον σώσεις, ξέρεις πότε γκρεμίστηκε στην Κόλαση; Όταν στράφηκε στx Θεό κι είπε: Εγώ. Ναι ναι, άκου, νεαρέ, και βάλ’ το καλά στo νου σου:
– Ένα μονάχα πράμα κολάζεται στην Κόλαση, το εγώ. Το εγώ, ανάθεμά το!
Τίναξα το κεφάλι πεισματωμένος:
– Με το εγώ αυτό ξεχώρισε ο άνθρωπος από το ζώο, μην το κακολογάς, πάτερ Μακάριε.
– Με το εγώ αυτό ξεχώρισε από το Θεό. Πρώτα όλα ήταν ένα με το Θεό, ευτυχισμένα στον κόρφο του. Δεν υπήρχε εγώ και συ κι εκείνος δεν υπήρχε δικό σου και δικό μου, δεν υπήρχαν δυό, υπήρχε ένα. Το Ένα, ο Ένας. Αυτός είναι ο Παράδεισος που ακούς, κανένας άλλος. Από κει ξεκινήσαμε, αυτόν θυμάται και λαχταρίζει ! ψυχή να γυρίσει. Βλογημένος ο θάνατος! τί ναι ο θάνατος, θαρρείς; Ένα μουλάρι, το καβαλικεύουμε και πάμε.
Μιλούσε, κι όσο μιλούσε το πρόσωπό του φωτίζουνταν. Γλυκό, ευτυχισμένο χαμόγελο ξεχύνουνταν από τα χείλια του κι έπιανε όλο του το πρόσωπο. Ένιωθες βυθίζουνταν στην Παράδεισο.
– Γιατί χαμογελάς, γέροντά μου;
– Είναι να μη χαμογελώ; μου αποκρίθηκε είμαι ευτυχής, παιδί μου. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, γρικώ τα πέταλα του μουλαριού, γρικώ το Χάρο να ζυγώνει.
Είχα σκαρφαλώσει τα βράχια για να ξομολογηθώ στον άγριο τούτον απαρνητή της ζωής. Μα είδα ήταν ακόμα πολύ ενωρίς. Η ζωή μέσα μου δεν είχε ξεθυμάνει, αγαπούσα πολύ τον ορατό κόσμο, έλαμπε o Εωσφόρος στο μυαλό μου, δεν είχε αφανιστεί μέσα στην τυφλωτική λάμψη του Θεού. Αργότερα, συλλογίστηκα, σα γεράσω, σαν ξεθυμάνω, σαν ξεθυμάνει μέσα μου κι o Εωσφόρος.
Σηκώθηκα. Ασκωσε ο γέροντας το κεφάλι.
– Φεύγεις; έκαμε άε στο καλό. Ο Θεός μαζί σου.
Και σε λίγο, περιπαιχτικά:
– Χαιρετίσματα στον κόσμο.
– Χαιρετίσματα στον ουρανό, αντιμίλησα. Και πες στο Θεό, δε φταίμε εμείς, φταίει αυτός που έκαμε τον κόσμο τόσο ωραίο.

N.Kαζαντζάκη: Η συνάντηση του με τον γέροντα Μακάριο τον σπηλαιώτη ασκητή των Καρουλίων του Αγίου Όρους

Thursday, September 29, 2011

Ντοκουμέντα για την εκκλησιαστική περιουσία

Του Γιώργου Ν. Παπαθανασοπούλου
Η εξέλιξη της σχέσης Πολιτείας και Εκκλησίας για την εκκλησιαστική περιουσία αρχίζει από την απελευθέρωση του Ελληνικού Κράτους και φθάνει έως τις ημέρες μας. Σήμερα φέρνουμε ως ντοκουμέντο στοιχεία από τη σχετική μελέτη του Μητροπολίτου Λαρίσης και μετά Αρχιεπισκόπου Αθηνών Δωροθέου Γ’ του Κοτταρά (1888-1957) και την αλληλογραφία που είχε ως Οικονομικός Επίτροπος της Εκκλησίας με τον Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα. Ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Δωρόθεος ως Μητροπολίτης Λαρίσης εθεωρείτο ειδικός στα θέματα της εκκλησιαστικής περιουσίας και έλαβε μέρος σε όλες τις συσκέψεις και συζητήσεις που έγιναν με τις ελληνικές κυβερνήσεις στο μεταπολεμικό και μετεμφυλιακό διάστημα 1949-1951 και αφορούσαν τη δήμευση της εκκλησιαστικής περιουσίας που είχε απομείνει. Ήταν ο πρώτος που κατήγγειλε ότι οι κυβερνήσεις έπαιρναν την περιουσία της Εκκλησίας για να μοιραστεί στους φτωχούς και ακτήμονες, ενώ μοιραζόταν στους συγγενείς και φίλους τους! Τα όσα συνέβησαν στις συναντήσεις και στις συζητήσεις εκείνες ο κυρός Δωρόθεος τα αποκάλυψε στο βιβλίο που έγραψε και εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Αστήρ» το 1951 και έχει τίτλο «Η εξέλιξις του αναπαλλοτριώτου της εκκλησιαστικής περιουσίας μέχρι σήμερον». Στην επιστολή που απέστειλε στις 24 Νοεμβρίου του 1949 στον Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα ο Μητροπολίτης Λαρίσης γράφει ότι προσεκλήθη από τη Βουλή να εκφράσει τις απόψεις της Εκκλησίας για το άρθρο 143 του σχεδίου Συντάγματος «περί αναγκαστικών απαλλοτριώσεων της αγροτικής περιουσίας». Στην ομιλία του στους βουλευτές σημείωσε μεταξύ άλλων: • Η Εκκλησία δεν είναι ιδιώτης, είναι όλος ο ορθόδοξος λαός και εκπληρώνει και σκοπούς κοινωνικούς εξυπηρετώντας έτσι το κράτος. • Στην Επανάσταση του 1821συνέδραμε τον Αγώνα με όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που είχε. Ο ιστορικός της εποχής Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων έγραψε σχετικά: «Αι κατά τόπους Εκκλησίαι και Μοναί συνεισέφερον προθύμως λυχνίας αργυράς και κηροπήγια και εί τι άλλο των εκτός της Θείας Τραπέζης καθιερωμένων χρυσών και αργυρών σκευών, προς διατροφή των αγωνιζομένων πενήτων, κουφίζουσα το δυνατόν τας φοβεράς ανάγκας του πολέμου. Συνήχθησαν δε περίπου λίτραι δισχίλιαι τετρακόσιαι ή οκάδες αργυρού 800».

Wednesday, September 28, 2011

Εικόνες από την όμορφη Αγιάσο της Λέσβου.

                                              Εξωκλήσια
Aγιά Σωτήρα Μεγάλης Λήμνος
                                      Άγιος Νεκτάριος
       Άγιος Ραφαήλ
Ταξιάρχης Κόβιλ
 
Ταξιάρχης Κόβιλ (Εσωτερικό με λειτουργό τον πατέρα Νικόλαο Παπαγεωργίου, Αρχιερατικού επιτρόπου Αγιάσου, εφημέριος Αγίας Τριάδος Αγιάσου.) 

Οι φωτογραφίες είναι του πρωτοπρεσβυτέρου πατρός Συμεών Παπαγεωργίου εξ Αγιάσου, Γενικού Αρχιερατικού Ιεράς Μητροπόλεως Σπάρτης.

Ποιούς πιάνει το «μάτι»;

Σατανική ενέργεια 
Ο φθονερός, όταν βλέπει κάτι το καλό στον άλλο, υποφέρει. Το ίδιο παθαίνει και ο πανούργος διάβολος. Διάβολος και φθονερός φθονούν το καλό του άλλου. Έχουν μεταξύ τους το κοινό αυτό σημείο. Κι ο διάβολος το «εκμεταλλεύεται». Περνά μέσα απ’ αυτό, (=φθόνο) την κακία του σ’ ανθρώπους. Ο φθόνος δηλ. του φθονερού ανθρώπου είναι αγωγός, απ’ όπου διοχετεύεται στις ανθρώπινες ψυχές το δηλητήριο (=βασκανία) του διαβόλου. «Η βασκανία είναι μία δαιμονική ενέργεια, που γίνεται μέσω των φθονερών ανθρώπων» (Μ. Βασίλειος περί φθόνου, 4), «…απέλασον πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδον» (Ευχή εις βασκανίαν). Κι αυτό σημαίνει: Βασκανία ΔΕΝ είναι ένας λ.χ. συνηθισμένος πονοκέφαλος, ή μια συνηθισμένη ζάλη κλπ., αλλά είναι κάτι το ασυνήθιστο!! Κάτι το φοβερό, το ανυπόφορο, το …σατανικό!! Είχε κάποιος, (διηγούνται αυτόπτες μάρτυρες) ένα ωραίο άλογο. Το είδε κάποιος (φθονερός) και είπε: «Τι ωραίο άλογο». Και το άλογο δεν άντεξε το «μάτι». Έσκασε, ψόφησε ακαριαία!  
Ποιοί έχουν «μάτι»; 
Κακό «μάτι» έχει εκείνος, που έχει μέσα του κακία! «απέλασον πάσαν φαρμακείαν των φθοροποιών και φθονερών ανθρώπων» (ευχή εις βασκανίαν). Γι’ αυτό παλαιότερα, οι αγράμματες γριούλες, όταν έβλεπαν ένα όμορφο παιδάκι, ή άλλο τι ωραίο, το έφτυναν• και έλεγαν: «Να μην αβασκαθεί». Έβγαζαν από μέσα τους (έφτυναν) τον τυχόν κρυμμένο φθόνο. 
Ποιούς πιάνει το «μάτι»; 
Εφόσον η βασκανία είναι χτύπημα του σατανά στον άνθρωπο, είναι λογικό να «χτυπιόνται» από τη βασκανία, όσοι δεν είναι εφοδιασμένοι με όπλα, που πολεμούν και συντρίβουν το διάβολο («νηστεία» προσευχή εξομολόγηση, Θ. Κοινωνία, θα το δούμε).  
Για αυτό: 
Τους αγίους δεν τους πιάνει «μάτι». Τους ιερείς (λόγω της ιερωσύνης τους). Και τον κάθε χριστιανό, που ζει την μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας. 
«Ξεμάτιασμα» 
Και πάλι, εφόσον η βασκανία είναι χτύπημα του σατανά, απαιτείται ειδική προσευχή, που να χτυπά, εξορκίζει το διάβολο. Η Εκκλησία μας για την περίπτωση αυτή έχει θεσπίσει την ευχή «εις βασκανίαν», που διαβάζεται από ιερέα. Που σημαίνει, πως όταν σε «πιάσει» το μάτι, θα πρέπει να πας στον ιερέα, και μόνο στον ιερέα.
Αμαρτωλό ξεμάτιασμα 
Σε έπιασε το «μάτι». Αντί, λοιπόν, να πας στον ιερέα, πας στη γειτόνισσά σου, στη κουμπάρα σου, κ.λ.π., και σου κάνουν ξόρκια! Όμως έτσι αμαρτάνεις και συ, και αυτές που σε ξεματιάζουν. Εσύ, γιατί περιφρόνησες το λειτουργό του Χριστού (τον ιερέα), και κτύπησες ξένες πόρτες, αυτές γιατί πήραν τη θέση του ιερέα. Μάθε, λοιπόν, πως ο λαϊκός, επειδή στερείται ιερωσύνης, δεν έχει δικαίωμα να σε «σταυρώνει». Ο πατέρας ή η μητέρα, επειδή είναι πρόσωπα ιερά, και επειδή έχουν εξουσία στα παιδιά τους, μπορούν να «σταυρώνουν» τα παιδιά τους και μόνο τα παιδιά τους.( Το ίδιο ισχύει και για τον παππού ή τη γιαγιά σε σχέση με τα εγγονάκια τους). Όμως και πάλι προσοχή! Θα πρέπει να λένε προσευχές της Εκκλησίας μας και μόνο της Εκκλησίας μας, ( λ.χ. «εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος ή το «απολυτίκιο» ενός αγίου κ. ά). Με ποιό, λοιπόν, δικαίωμα σε σταυρώνουν άνθρωποι χωρίς ιερωσύνη; (Και γιατί δεν σταυρώνεσαι από μόνος σου; Άγιο είναι το χεράκι τους;) Το εξίσου σημαντικό: Ο λαϊκός επειδή δεν έχει ιερωσύνη, δεν μπορεί να κάνει ένα μυστήριο, λ.χ. «ευχέλαιο». Και όμως, η γειτόνισσά σου, η κουμπάρα σου τολμούν (!) και κάνουν «ευχέλαιο». «Αγιάζουν» από μόνες τους το λαδάκι (!), που θα σε …σταυρώσουν!! (Διερωτήθηκες ποτέ, γιατί δεν προτιμούν το λαδάκι του κανδηλιού;). Και να ήταν μόνο αυτό; Στο «μυστήριό» τους ανακατεύουν λόγια της Εκκλησίας μας με ξένα λόγια (=του διαβόλου). Λες και οι ευχές της Εκκλησίας μας χρειάζονται την ενίσχυση των «ευχών» του διαβόλου! Λοιπόν, ποιά λόγια θα πιάσουν; Της Εκκλησίας ή του διαβόλου; Είναι δυνατόν να ακούσει ο Κύριος «μαγαρισμένες» προσευχές; Θα πεις: -Μα είναι γυναίκες χριστιανές, κάνουν τον σταυρό τους, επικαλούνται το όνομα του Θεού! -«Γι’ αυτό (απαντά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος) τις αποστρέφομαι! Γιατί χρησιμοποιούν το όνομα του Θεού για να Τον υβρίζουν! Γιατί, λέγοντας πως είναι χριστιανές, κάνουν εκείνα που κάνουν οι ειδωλολάτρες! Και οι δαίμονες ανέφεραν το όνομα του Θεού, αλλά ήταν δαίμονες! Ο Κύριος τους επέπληξε και τους έδιωξε!» (Κατήχησις I΄). Και πάλι: Μα μόλις με ξορκίζουν, είμαι μια χαρά! Μπορεί να είναι ψυχολογικό. Μπορεί και να σε έκανε ό διάβολος καλά, φυσικά για το κακό σου…
Διδακτικό περιστατικό 
Στις 2.3.1998 ο πατρινός κ. Ε., μου ανέφερε, κάτι που συνέβη στον ίδιο, πριν δεκαπέντε περίπου χρόνια. Από 14 ετών οι δικοί του κάθε τόσο τον πήγαιναν σε μια κυρία για «ξεμάτιασμα». Όμως το συνεχές «ξεμάτιασμα» έδωσε «λαβή» στο διάβολο. Άρχισε τώρα και ο ίδιος (κ. Ε.) να έχει «μάτι», να «αβασκαίνει». Όποιον θαύμαζε, του συνέβαινε κακό. Έβλεπε λ.χ γυναίκα να περπατά, αμέσως η γυναίκα σκόνταφτε και έπεφτε. Το 1983, Μ. Πέμπτη βράδυ, παρακολουθούσε την ακολουθία των αγίων Παθών στον ι. ναό αγίου Σπυρίδωνος Αιγάλεω. Ξαφνικά ένοιωσε ζάλη. Θόλωσε το μυαλό του. Έβλεπε το εκκλησίασμα να χάνεται από μπροστά του. Ταυτόχρονα τον έπιασε κρύος ιδρώτας. Δεν άντεξε. Βγήκε έξω. Τον ακολούθησε «κατά πόδας» (έξω, στην αυλή) μια γνωστή κυρία (που ξεμάτιαζε…). Τον πλησίασε και του είπε: «Τί έπαθες, Ε;». Και άρχισε να τον ξεματιάζει, διαβάζοντας κάτι παράξενες «ευχές»(επικλήσεις δαιμόνων). Στην «ιερή» (=δαιμονική) αυτή στιγμή, ο κ. Ε. παρατήρησε κάτι, που τον συγκλόνισε! Η όψη της κυρίας αλλοιώθηκε! Το βλέμμα της ήταν απαίσιο! Ταυτόχρονα την «έπιασε» ένα παράξενο χασμουρητό! Το στόμα της θύμιζε στόμα άγριου θηρίου! Στο τέλος έβγαλε από την κοιλιά της ένα φυλακτό». «Πάρτο (του είπε), φόρεσέ το και δεν θα σε ξαναπιάσει». Και με τις σατανικές της επικλήσεις (=βοήθεια του διαβόλου) ο ασθενής έγινε καλά… Ο κ. Ε., μετά απ’ αυτό, εξομολογήθηκε, και ησύχασε. Αλλά, και έπαψε να αβασκαίνει». (Αρχ. Βασιλείου Μπακογιάννη, «Διάβολος, Μάγια, Μέντιουμ») 
http://fdathanasiou.wordpress.com/2011/09/17/%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%BF%CF%8D%CF%82-%CF%80%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CE%B5%CE%B9-%CF%84%CE%BF-%C2%AB%CE%BC%CE%AC%CF%84%CE%B9%C2%BB/

Ζητούνται "Άνθρωποι" κύριοι!

Θα φανεί παράξενο, όπως φάνηκε παράξενο κάποτε
Που ο Διογένης άναψε μέρα μεσημέρι το φανάρι του
Κι έψαχνε να βρει ανθρώπους!
Ζητούνται "Άνθρωποι" κύριοι!
Σε μια εποχή, που το πιο φθηνό υλικό είναι το ανθρώπινο υλικό
Ώστε να το εξοντώνουν τόσο εύκολα...
Και όμως η μεγαλύτερη ανάγκη του κόσμου
Είναι να βρεις ανθρώπους!
Η μεγάλη μας έλλειψη αυτή είναι:
Έχουμε πολλούς επιστήμονες.
Δεν μας λείπουν οι διανοούμενοι και οι συγγραφείς.
Θα μπορούσαμε να κάνουμε και εξαγωγή πολιτευομένων...
Μας λείπουν όμως οι άνθρωποι!
Άνθρωποι με αγάπη, με χαρακτήρα, με ειλικρίνεια, με συνέπεια.
Όπου να γυρίσουμε θα δούμε αυτή την ανάγκη.
Στη γειτονιά, στο σχολείο, στο δικαστήριο, στην αγορά.
Παντού, στη δημόσια ζωή και στην κοινωνική ζωή.
Μια μέρα ο Ιησούς βγήκε γυρεύοντας ανθρώπους.
Και τους βρήκε.
Μάλλον τους πήρε για να τους φτιάξει.
Στάθηκε και τους προσκάλεσε με απλά λόγια:
"Ελάτε και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων"!
Πέρασαν 20 αιώνες από τότε.
Οι ανάγκες του κόσμου είναι το ίδιο επιτακτικές.
Και ο Κύριος με την ίδια διάθεση και με την ίδια δύναμη προσκαλεί:
Ελάτε μαζί μου και εγώ θα σας κάμω ανθρώπους.
Και αφού σας κάμω, θα σας χρησιμοποιήσω για να βρούμε και άλλους ανθρώπους!
Δεν τελείωσε το έργο του Χριστού.
Συνεχίζεται.
Και ζητεί ανθρώπους.
Άνδρες και γυναίκες.
Αγόρια και κορίτσια.
Μορφωμένους και αγραμμάτους.
Γιατί αυτό, που είναι η μεγαλύτερη ανάγκη μας, αποτελεί τη δική Του φροντίδα.
Ζητεί ανθρώπους ατελείς κι αδυνάτους, αμαρτωλούς και καταφρονεμένους.
Για να τους κάνει όργανα της Βασιλείας Του.
Ο Χριστός ζητεί ανθρώπους:
Αρκετά ειλικρινείς για να παραδεχθούν πως είναι αμαρτωλοί, ώστε να ζητήσουν συγχώρηση.
Αρκετά θαρραλέους, ώστε να Τον ακολουθήσουν παρ΄ όλον ότι οι πολλοί θα τους ειρωνευθούν.
Αρκετά αποφασιστικούς
Ώστε να τα ριψοκινδυνεύσουν όλα για να υπηρετήσουν την υπόθεση του Ευαγγελίου.
Αν είσαι αρκετά απογοητευμένος από τον κόσμο και αρκετά ταπεινός
Ώστε να παραδέχεσαι τις ελλείψεις σου
ΕΛΑ.
Είσαι ένας από τους ανθρώπους που ζητά ο Χριστός.

Κανείς δεν μπορεί να σωθεί χωρίς τον Σταυρό του! (Συγκινητική - ωφέλιμη ιστορία)


Ο Στάρετς Ζαχαρίας διηγήθηκε ένα περιστατικό, συγκινητικό για το βαθύ περιεχόμενό του, που συνέβη σε κάποιον νέο, τελείως άπειρο από ψεύδος και πονηριά και που διακρινόταν από την παιδική του ηλικία για την αγάπη του προς την αλήθεια. Εδώ φαίνεται η ψυχή ενός καθαρού και τίμιου, αλλά αγράμματου ανθρώπου με πίστη μικρού παιδιού, ακλόνητη και απλή, που είχε καρδιά και θέληση καθαρή και που αγωνιζόταν για τον Θεό, μια ψυχή που τον έκανε πράγματι λίγο μόνο παρακάτω από τους αγγέλους. Όντως είχε γίνει σοφός, ικανός να βλέπει και τα ουράνια και τα επίγεια.
Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα στην Ρωσία, στα απόμερα βάθη της χώρας, σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μιλίων από το πιο κοντινό χωριό. Εκεί ζούσε ένας χωριάτης, ορφανός, τελείως αγράμματος, εργατικός όμως. Πάντοτε εργαζόταν και δεν πέρασε ούτε στιγμή με οκνηρία. Η ψυχή του ήταν καθαρή σαν κρύσταλλο. Σε κάθε υπόθεση πάντοτε υπήκουε στην συνείδησή του. Η συνείδησή του ήταν ευθεία, όχι όμως ασθενής, μα πραγματικά ευθεία, ευαίσθητη και αυστηρή. Με τον απλό τρόπο του δεν την κατεπάτησε ποτέ με την παρακοή και έτσι πάντοτε άκουγε την φωνή της. Εάν ένας άνθρωπος παρακούει την συνείδησή του μια φορά, δυο φορές ή και περισσότερο, τότε δεν την ακούει πια.
Ο απλοϊκός αυτός άνθρωπος τηρούσε τις νηστείες και τρεφόταν με το ελάχιστο. Ήταν πάντοτε χαρούμενος και γεμάτο ενθουσιασμό για τη ζωή. Δεν κατέκρινε κανένα ποτέ, θεωρώντας τον εαυτό του χειρότερο και κατώτερο από κάθε άλλον. Μια ημέρα, άκουσε από ένα προσκυνητή πως για να σωθεί κανείς πρέπει να αναλάβει τον σταυρό του και να ακολουθήσει τον Χριστό. Ο απλοϊκός μας άνθρωπος δεν είχε πάει ποτέ σαν μεγάλος στην εκκλησία, αφού ήταν πολύ μακριά από το χωριουδάκι που ζούσε. Είχε βαπτισθεί σαν μωρό, μα δεν το θυμόταν καθόλου.
«Πρέπει να αναλάβεις τον σταυρό σου και να ακολουθήσεις τον Χριστό». Αυτά τα λόγια ο απλοϊκός μας άνθρωπος τα εννοούσε στην κυριολεξία.
Παρήγγειλε ένα τεράστιο ξύλινο σταυρό και αποφάσισε να τον πάρει και να ακολουθήσει τον Χριστό. Η καθαρή ψυχή του ποθούσε τον Θεό, η καρδιά του διψούσε την σωτηρία, αλλά πώς να Τον ακολουθεί; Και πού; Σε ποιό δρόμο; Πού ήταν ο Χριστός; Να ο σταυρός, αλλά πού να τον πάει;
Ο απλοϊκός άνθρωπος άφησε όλα τα λίγα υπάρχοντά του και τη δουλειά του, σήκωσε τον σταυρό του πάνω στους ώμους του και ξεκίνησε. Βάδιζε, όπως λέει η παροιμία, ακολουθώντας τη μύτη του. Βάδιζε, βάδιζε για πάρα πολλή ώρα και επιτέλους, μέσα σ’ ένα πυκνό δάσος, συνάντησε ένα ανδρικό μοναστήρι. Χτύπησε την πόρτα.
- «Ποιός είσαι εσύ;», ρώτησε με απορία ο πορτάρης και «πού πας με τον σταυρό σου;»
- «Να εδώ είμαι, βαστάζοντας τον σταυρό μου, αλλά δεν ξέρω πώς να φτάσω στον Χριστό, δεν θα μου δείξεις τον δρόμο;»
- «Πω, πω, βρήκαμε έναν παλαβό. Θα πάω να τα πω στον ηγούμενο».
Πήγε ο μοναχός και τα είπε στον ηγούμενο, ο οποίος έμεινε κατάπληκτος και διέταξε να του φέρουν τον απλοϊκό.
- «Μα δεν έρχεται, επιμένει να μη αφήσει τον σταυρό του και έτσι δεν μπορεί να μπει στο κελλί σας με τον σταυρό, είναι πολύ μεγάλος».
Ο ηγούμενος, λοιπόν, πήγε ο ίδιος στον απλοϊκό. Κουβέντιασε μαζί του και είδε ότι είναι ένας άνθρωπος του Θεού.
- «Λοιπόν εάν θέλεις θα σε βοηθήσουμε να φτάσεις στον Χριστό. Κι εμείς σ’ Αυτόν πηγαίνουμε».
- «Τότε που είναι οι σταυροί σας;», απόρησε ο ξένος, «ξέρετε, ότι ο Κύριος δεν θα σας δεχθεί χωρίς ένα σταυρό».
- «Είναι μέσα μας. Εμείς τους βαστάμε μέσα μας», είπε ο ηγούμενος.

Monday, September 26, 2011

Η μάνα στο παιδί.


 Αγαπημένο μου παιδί,

την ημέρα που θα προσέξεις ότι γέρασα
- κι αυτό φοβάμαι πως δεν θα αργήσει να γίνει -
κάνε υπομονή και προσπάθησε να καταλάβεις...
...
Μπορεί τα χρόνια μου να πέρασαν.

Μπορεί οι ρυτίδες να χάραξαν το πρόσωπό μου...

Όμως ούτε η καρδιά μου έχασε την τρυφερότητά της, ούτε τα μάτια μου την καλοσύνη τους.

Από την πρώτη στιγμή ήμουν δίπλα σου και με ανείπωτη λαχτάρα περίμενα τον ερχομό σου!

Και όταν το θαύμα έγινε, από την ευτυχία μου άνοιξαν οι ουρανοί και η χαρά μου ήταν απερίγραπτη!

Στα χρόνια που πέρασαν ήμουν δίπλα σου με την αγάπη που σου άξιζε και την τρυφερότητα που χρειαζόσουν!

Όμως ο χρόνος είναι αδυσώπητος και οι αλλαγές επάνω μας είναι ορατές...

Γι' αυτό αν κάποια φορά λερωθώ την ώρα που τρώω ή εάν δυσκολεύομαι να ντυθώ, δείξε κατανόηση...

Θυμήσου με πόση υπομονή ξόδευα ώρες ατελείωτες να σε βοηθώ!

Όταν μιλάμε, εάν επαναλαμβάνω τα ίδια πράγματα δύο και τρεις φορές μην με παρεξηγείς. Άκουσέ με.

Όταν ήσουν μικρό παιδί έπρεπε να σου λέω πολλές φορές την ίδια ιστορία μέχρι να σε πάρει ο ύπνος.

Όταν δε θέλω να κάνω ντους μη θυμώνεις... Θυμήσου τις χιλιάδες δικαιολογίες που έβρισκες προκειμένου να με πείσεις νη μην σε λούσω...

Όταν διαπιστώνεις την άγνοιά μου πάνω στη νέα τεχνολογία δώσε μου τον απαραίτητο χρόνο να προσαρμοστώ και μην με κοιτάς με ένα περιπαιχτικό χαμόγελο...

Όταν συζητάμε και ξεχνάω κάτι, δώσε μου χρόνο να το θυμηθώ. Και αν δεν μπορώ μην εκνευρίζεσαι. Το πιο σημαντικό δεν είναι η ίδια η συζήτηση αλλά η χαρά να είμαστε μαζί και να συζητάμε!

Σου δίδαξα τόσα πολλά πράγματα! Να τρως σωστά... Να ντύνεσαι σωστά... Να αντιμετωπίζεις τη ζωή με θάρρος...

Όταν δε θέλω να φάω μην με πιέζεις. Ξέρω πολύ καλά πότε πρέπει και πότε όχι.

Και όταν τα κουρασμένα πόδια μου δεν μου επιτρέπουν να περπατώ μην στεναχωριέσαι. Φυσικό είναι! Δώσε μου το χέρι σου να κρατηθώ. Το ίδιο έκανα κι εγώ όταν έκανες τα πρώτα σου βήματα...

Το ξέρω ότι η ηλικία μου δεν μου επιτρέπει να είμαι τόσο δραστήρια όσο θα ήθελα. Ωστόσο τα καταφέρνω να επιβιώνω. Κάποια μέρα θα καταλάβεις τι εννοώ...

Κάποια μέρα θα καταλάβεις ότι παρά τα λάθη μου, πάντα ήθελα το καλύτερο για σένα. Και προσπάθησα με όλες μου τις δυνάμεις να ετοιμάσω το δρόμο σου!

Δώσε μου το χέρι σου και βοήθησέ με να τελειώσω το δρόμο μου με υπομονή, αγάπη και ειρήνη.

Κι εγώ θα σου το ξεπληρώσω με ένα χαμόγελο και με την απέραντη αγάπη που έχω μέσα μου για σένα.

Σ΄αγαπώ.....
Η μαμά σου........!!!

Ο Άγιος Νεκτάριος στο Αρεταίειο νοσοκομείο


Εισαγωγή Αγίου Νεκταρίου εις το Αρεταίειον Νοσοκομείο (20 Σεπτεμβρίου 1920 - 09 Νοεμβρίου 1920)
  
Στο απόμακρο για κείνο τον καιρό νοσοκομείο της Αθήνας, το Αρεταίειο, η γραμματεία έπαιρνε απ' έξω εντολή και έδινε μέσα εντολή να κρατήσουν κάποιο κρεββάτι στον μικρό παθολογικό θάλαμο, για έναν γέροντα καλόγερο από την Αίγινα.

Τον έφεραν κάποιο μεσημέρι δύο καλόγριες κι ένας μέτριος στο ανάστημα σαραντάρης, που από την πρώτη στιγμή που μπήκαν ανησυχούσε και κρυφόκλαιγε.
Έκαναν τις διατυπώσεις της εισόδου και παραμονής του στο θεραπευτήριο και η μία από τις δύο καλόγριες έφυγε.

Στον θάλαμο που τον τοποθέτησαν ήταν άλλα τέσσερα κρεββάτια ωστόσο μόνο τα δύο ήταν πιασμένα.
Στο διπλανό του γέροντα της Αίγινας αναπαυόταν ένας άντρας περίπου σαραντάρης που έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων.
Ήταν επαρχιώτης οικογενειάρχης, είχε πέσει σ' ένα γκρεμό από το ζώο του, χτύπησε κι από τότε τον έσερναν με τα φορεία.
Στο παρακάτω, έμενε κάποιος γέροντας συνταξιούχος δάσκαλος, με ουρολογική κι αυτός πάθηση.

Ένας ταπεινός λογισμός κάνει αμέσως την Χάρη του Θεού να ενεργή


Μου έκανε εντύπωση πώς ένας ταπεινός λογισμός κάνει αμέσως την Χάρη του Θεού να ενεργή. Είχε έρθει στο Καλύβι ένα ξένο γατάκι.Το καημένο, φαίνεται, κάτι είχε φάει που το πείραξε και ζητούσε βοήθεια. Χτυπιόταν από τον πόνο και πεταγόταν σαν το χταπόδι, όταν το χτυπούν ... Το λυπόμουν που το έβλεπα σ 'αυτήν την κατάσταση, αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτε. Το σταύρωνα, το ξανασταύρωνα, τίποτε! «Βρε ταλαίπωρε, λέω τότε στον εαυτό μου, βλέπεις τα χάλια σου; Τόσα χρόνια καλόγερος, ούτε ένα γατί δεν μπορείς να βοηθήσης!». Μόλις ελεεινολόγησα τον εαυτό μου, εκεί που το γατάκι κόντευε να ψοφήση, αμέσως συνήλθε. Ήρθε κοντά μου, μου έγλειφε τα πόδια και έκανε χαρούμενο όμορφες τούμπες ... Τι δύναμη έχει η ταπείνωση! Γι 'αυτό λέει: «Εν τη ταπεινώσει ημών εμνήσθη ημών ο Κύριος». 
Έχω προσέξει ότι ένας ταπεινός λογισμός κάνει τον άνθρωπο να λάμπη, να ακτινοβολή. Όταν ο άνθρωπος παίρνη όλο το σφάλμα πάνω του, τον λούζει η Χάρις του Θεού. Ήρθε προχτές ένας γιατρός που έχει πολλά παιδιά και μου είπε: «Πάτερ μου, έχω πολλή υπερηφάνεια και γίνεται αιτία η δική μου υπερηφάνεια να κάνουν αταξίες τα παιδιά». Και το έλεγε αυτό μπροστά στα παιδιά του και τα μάτια του ήταν βουρκωμένα, αλλά το πρόσωπό του έλαμπε! Το ίδιο πρόσεξα προ ημερών και εδώ.Ήρθαν μερικές αδελφές να συζητήσουμε. Είπαμε διάφορα ˙ αναγκάστηκα να τις μαλώσω πολύ. Μία από αυτές δεν βοηθήθηκε καθόλου ˙ κρύα ήρθε, κρύα έφυγε ˙ μόνον εκεί πέρα έλεγε τα κουσούρια των άλλων χαρτί και καλαμάρι-βλέπεις, όποιος δεν κάνει δουλειά στον εαυτό του, έχει αυτό το χάρισμα ..! Μία άλλη στρυμώχθηκε, μέχρι που έκλαψε. Ταπεινώθηκε, αλλά μετά έλαμπε το πρόσωπό της. Βλέπετε τι κάνει ένας ταπεινός λογισμός με συντριβή! Αμέσως πάνε όλα τα κουσούρια στην άκρη, τακτοποιείται ο άνθρωπος και ακτινοβολεί το πρόσωπό του ˙ ενώ με έναν λογισμό υπερήφανο ή βλάσφημο σκοτεινιάζει. 
Όσο ανεβάζει πνευματικά την ψυχή μας ένας πολύ ταπεινός λογισμός που θα φέρη για μια στιγμή ο άνθρωπος, δεν την ανεβάζουν χρόνια ολόκληρα αγώνες υπερφυσικοί. 
- Γέροντα, αν κάποιος είναι υπερήφανος και βάλη έναν ταπεινό λογισμό, θα τον βοηθήση ο Θεός;
- Εμ, αν βάλη έναν ταπεινό λογισμό δεν θα είναι υπερήφανος ˙ θα είναι ταπεινός και θα τον βοηθήση ο Θεός. Ο άνθρωπος είναι τρεπτός ˙ πάει μία από 'δω, μια από' κει, ανάλογα με το τι λογισμό έχει. Ο υπερήφανος, αν βάλη έναν ταπεινό λογισμό, βοηθιέται. Και ο ταπεινός, αν φέρη έναν υπερήφανο λογισμό, παύει να είναι ταπεινός. Είναι κανείς σε καλή πνευματική κατάσταση; Αν υπερηφανευθή, τον εγκαταλείπει η Χάρις του θεού και φθάνει σε άσχημη κατάσταση. Είναι σε άσχημη κατάσταση, γιατί έκανε λ.χ. κάποιο σφάλμα; Αν συναισθανθή το σφάλμα του και μετανοήση ειλικρινά, έρχεται η ταπείνωση και φθάνει σε καλή κατάσταση, γιατί η ταπείνωση φέρνει την Χάρη του Θεού. Αλλά, για να γίνη η ταπείνωση μόνιμη κατάσταση στον άνθρωπο, ώστε να παραμείνη μέσα του η Χάρις του Θεού, χρειάζεται δουλειά πνευματική.

Από το βιβλίο: «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ  ΛΟΓΟΙ Ε 
ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ » 
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ» 
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Τελευταίες συμβουλές πριν από την Εξομολόγηση και τη θεία Κοινωνία

Είναι κοντά η μέρα της Εξομολογήσεως και στη συνέχεια η πανευφρόσυνη στιγμή της Μεταλήψεως του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Ο Θεός να δώσει , ώστε να εξομολογηθείς και να κοινωνήσεις όπως πρέπει. Έτσι ο αγώνας της νηστείας και όσα τυχόν κέρδισες απ’ αυτόν, θα επισφραγιστούν με τη θεϊκή σφραγίδα των ιερών Μυστηρίων. Γιατί γράφεις ότι φοβάσαι την Εξομολόγηση; Πολλοί άνθρωποι ,βέβαια, τη φοβούνται, εσύ όμως γιατί; Ο εξομολόγος είναι μόνο ο μάρτυρας. Ο Θεός δέχεται τις αμαρτίες. Εκείνος παραγγέλλει στον ιερέα να δώσει άφεση αμαρτιών στο χριστιανό που εξομολογείται. Ο Θεός ελεεί και συγχωρεί. Συγχωρεί κάθε άνθρωπο που προσέρχεται στο Μυστήριο με μετάνοια αληθινή. Τι έχουμε , λοιπόν, να φοβηθούμε από έναν τόσο σπλαγχνικό Κύριο; Γιατί ν’ ανησυχούμε; Νομίζω πως η ανησυχία μας οφείλεται σε δυο λόγους: Πρώτον , στο ότι δεν γνωρίζουμε τι ακριβώς να πούμε στην εξομολόγηση. Και δεύτερον, στο ότι εξομολογούμαστε σπάνια. Ως προς το πρώτο, έχω να παρατηρήσω , ότι γνωρίζει πολύ καλά τι θα πει στον εξομολόγο όποιος αγωνίζεται πραγματικά. Αγωνίσου, λοιπόν, να ζήσεις όπως είπαμε, και θα δεις πόσα θα έχεις να εξομολογηθείς! Ως προς το δεύτερο , πάλι, είναι αλήθεια πως, αν εξομολογούμασταν συχνά, δεν θα φοβόμασταν τόσο. Από δω κι εμπρός, λοιπόν, συχνότερα να εξομολογείσαι και συχνότερα να συμμετέχεις στο Κυριακό Δείπνο. Στο μεταξύ, γράψε σ’ ένα χαρτί όλα όσα νομίζεις ότι πρέπει να πεις στην Εξομολόγηση και, όταν πας στον πνευματικό, εξομολογήσου με τη βοήθεια των σημειώσεών σου. Πρέπει να κάνεις μια πραγματικά σωστή Εξομολόγηση. Και σε μια σωστή Εξομολόγηση ο χριστιανός δεν περιμένει τον ιερέα να τον ρωτήσει αν έκανε τούτο ή εκείνο, αλλά λέει ο ίδιος εξαρχής όλα του τα αμαρτήματα. Δυστυχώς, η Εξομολόγηση σπάνια γίνεται όπως πρέπει. Ο πνευματικός αναγκάζεται να ρωτάει ένα σωρό πράγματα που δεν αφορούν τον εξομολογούμενο, και συχνά δεν ρωτάει εκείνα που τον αφορούν, γιατί δεν τα γνωρίζει ή δεν έρχονται στο νου του. Έτσι πολλά αμαρτήματα μένουν ανεξομολόγητα. Εσύ η ίδια, λοιπόν, πρέπει να πεις όλα όσα σου υποδεικνύει η συνείδησή σου. Μπορείς να τα θυμάσαι και δίχως σημειώσεις˙ μόνο να είσαι σίγουρη ότι δεν θα παραλείψεις τίποτα. Μακάρι να εξομολογηθείς με αληθινή μετάνοια και με τη σταθερή απόφαση της διορθώσεως. Μη φοβάσαι. Αυτός ο φόβος είναι εντελώς ανώφελος και δυσκολεύει τα πράγματα. Ο ευλαβικός φόβος του Θεού είναι ωφέλιμος και σωτήριος, ενώ ο φόβος της Εξομολογήσεως είναι επιβλαβής και, θα έλεγα, παιδιάστικος. Ο εχθρός τον εμπνέει. Πήγαινε στον Κύριο όπως πήγε στον πατέρα του ο άσωτος υιός της ευαγγελικής παραβολής, επιστρέφοντας από την αμαρτωλή ζωή: Με συντριβή αλλά και με ηρεμία. Όταν εκείνος γύρισε στο πατρικό σπίτι , ο πατέρας του τι έκανε; Μήπως τον μάλωσε; Κάθε άλλο. Έτρεξε κοντά του , τον αγκάλιασε και τον φίλησε. Έτσι θα κάνει νοερά και σ’ εσένα ο ουράνιος Πατέρας σου. Απλώνει κιόλας τα χέρια Του προς το μέρος σου. Δεν έχεις παρά να τρέξεις κοντά Του. Κάνε το με ευλαβική αγάπη. Το βασικότερο στοιχείο της μετάνοιας είναι η οδύνη της καρδιάς για την αμαρτωλότητά της και η σταθερή απόφασή της για διόρθωση. Έχεις ήδη αποφασίσει να ευαρεστήσεις τον Κύριο. Και Εκείνος έχει αποφασίσει να αποδεχθεί με χαρά την απόφασή σου. Οδύνη, όμως, την αμαρτωλότητά σου νιώθεις; Ακόμα κι αν οι αμαρτίες σου δεν είναι πολλές ή βαρειές, είναι ωστόσο αμαρτίες και προκαλούν λύπη στον Θεό. Ντρεπόμαστε τους ανθρώπους για κάποιες επιπολαιότητές μας, αστόχαστα λόγια ή απρόσεκτα έργα, και δεν ντρεπόμαστε τον Κύριο όχι για απλές επιπολαιότητες ,αλλά για αμαρτίες! Μάθε , λοιπόν, να βιώνεις την κατά Θεόν συντριβή και λύπη, που υψώνει μέσα σου κάστρο ισχυρό ενάντια στα ελαττώματα και τις αδυναμίες σου. Στη μετάληψη των θείων Μυστηρίων πήγαινε με απλότητα καρδιάς , με βαθειά ευλάβεια και με τη βέβαιη πίστη ότι θα λάβεις μέσα σου τον Κύριο. Εκείνος μετά τη θεία Κοινωνία, θα αλλοιώσει την ψυχή σου όπως, ως πανάγαθος , θέλει και όπως, ως πάνσοφος, γνωρίζει. Άφησέ Τον να το κάνει ελεύθερα. Εσύ μην Του ζητάς τίποτα, καθώς άλλοι, που, επιθυμώντας άκυρα να λάβουν το ένα ή το άλλο χάρισμα από τη θεία Κοινωνία, στενοχωρούνται και ταράζονται, όταν η επιθυμία τους δεν εκπληρώνεται. Τότε κλονίζεται ακόμα και η πίστη τους στη δύναμη του Μυστηρίου. Η ατέλεια και η αδυναμία, ωστόσο, δεν βρίσκεται στο Μυστήριο, αλλά σ’ εμάς, τους ρηχούς και επιπόλαιους. Μην υπόσχεσαι τίποτα στον εαυτό σου. Άφησέ τα όλα στον Κύριο, ζητώντας Του μόνο τούτο: Να σε ενισχύει σε κάθε τι αγαθό, για να Του είσαι ευάρεστη. Η θεία Κοινωνία συνήθως χαρίζει μια γλυκιά ειρήνη στην καρδιά. Κάποτε φωτίζει το νου και εμπνέει στην ψυχή την αφιέρωση στον Κύριο. Άλλοτε, πάλι, δεν δίνει τίποτε το άμεσο και φανερό , αλλά δυναμώνει γενικά τον άνθρωπο στον πνευματικό του αγώνα. Πρέπει να σημειώσω , πάντως, ότι δεν βλέπουμε απτούς καρπούς από τη θεία Κοινωνία, επειδή σπάνια κοινωνάμε. Αν προσέρχεσαι συχνά στα θεία Μυστήρια, θα δεις τους ανακαινιστικούς και παρακλητικούς καρπούς της. Παρακαλώ τον θεό να σε βοηθήσει, ώστε μα εξομολογηθείς και να κοινωνήσεις με εντελώς νέο πνεύμα.
«Από το βιβλίο: «Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Ο δρόμος της ζωής-γράμματα σε μια ψυχή»
Ι. Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής 2000
http://eisdoxantheou-gk.blogspot.com/2011/09/blog-post_15.html

Η μέθη που πηγάζει στην εκκλησία



O Μητροπολίτης Μεσογαίας κ.κ.Νικόλαος, μας δείχνει  μια πτυχή της σημερινής δίψας των ανθρώπων για πίστη και είπε : «…είναι κρίμα να ζεις σήμερα μέσα στην Εκκλησία και να μην τρελαίνεσαι, να μην μεθάς από αυτήν την ευλογία του ποταμού της Χάριτος του Θεού, που πηγάζει σε κάθε Εκκλησία…»

Sunday, September 25, 2011

Εμείς οι κληρικοί ευθυνόμαστε για τον χωρισμό της Πολιτείας από την Εκκλησία


Φθάσαμε ήδη σε μια κρίσιμη καμπή. Επίκειται –αν δεν αντιδράσουμε με σθένος όλοι οι πιστοί– ο χωρισμός της Πολιτείας από την Εκκλησία.
Δυστυχώς, μεθοδεύεται συστηματικά αυτός ο χωρισμός, ενώ εμείς, κληρικοί και λαϊκοί κοιμώμαστε. Μερικοί, μάλιστα, φαίνονται και ευχαριστημένοι, βλέποντας με τα αφελή τους κριτήρια ότι αυτός ο χωρισμός θα είναι απελευθερωτικός και, τελικά, ωφέλιμος για τον ορθόδοξο λαό μας!
Εκείνοι, όμως, που βλέπουν τα πράγματα με σοβαρότητα, διαπιστώνουν ότι ο επικείμενος χωρισμός της Πολιτείας από την Εκκλησία είναι το αναμενόμενο αποτέλεσμα, το τελικό Διαζύγιο μετά από μια πολυχρόνια διάσταση της Πολιτείας από την Εκκλησία, που άρχισε δειλά-δειλά πριν διακόσια χρόνια και κορυφώνεται στις μέρες μας με την τυπική πια έκδοση και του νομικού Διαζευκτηρίου.
Πρόκειται για μια μεθοδευμένη και συστηματική προσπάθεια της πολιτικής ηγεσίας του τόπου μας με επιδίωξη την μετάθεση των στόχων και της προοπτικής του λαού μας σε διεύθυνση αντίθετη από τους στόχους και το πνεύμα της Εκκλησίας μας.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα από την αρχή.
Πριν διακόσια χρόνια, οι πυροβολισμοί, που έθεσαν τέρμα στην επίγεια ζωή του μαρτυρικού Κυβερνήτου Ιωάννη Καποδίστρια, αντί να προκαλέσουν την αντίδραση του ιερού κλήρου ώστε να κατονομάση και να στιγματίση τους δολοφόνους της πνευματικής προοπτικής του έθνους μας, επτόησε και κατατρόμαξε τους Ποιμένες της Εκκλησίας και τους έκαμε να “λουφάξουν” περιδεείς στους τέσσερις τοίχους των εκκλησιών και να απεμπολήσουν την ποιμαντική τους ευθύνη, που υπαγορεύει στους κληρικούς να εποπτεύουν και να κατευθύνουν την καθημερινή ζωή των πιστών, αφού για τον χριστιανό δεν υπάρχει χωρισμός πνευματικής και καθημερινής ζωής.

Saturday, September 24, 2011

Προς τους μαθητές των Λυκείων Μεσογείων & Λαυρεωτικής» ,ΜΗΝΥΜΑ με την έναρξη του σχολικού έτους


Πρωτ.: 1081
Ἀριθμ.
Διεκπ.: 511/1-9-2011, Ἐγκυκλίου: 62
Σπάτα, 12η Σεπτεμβρίου 2011
Σᾶς εὔχομαι ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ! Καὶ τὸ λέω αὐτὸ ὄχι συμβατικά, ἐπειδὴ ἔτσι κάνουμε κάθε χρόνο τέτοια μέρα, ἀλλὰ συνειδητά, γιατὶ ἡ καλὴ χρονιὰ πρῶτον δὲν εἶναι ἔννοια σαφὴς καὶ αὐτονόητη, δεύτερον εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαία καὶ τρίτον εἶναι ἐξαιρετικὰ δύσκολη.
Ἀκοῦτε ὅτι ζοῦμε σὲ μιὰ περίοδο πρωτοφανοῦς κρίσης. Εἶναι ἀλήθεια. Κανεὶς δὲν ξέρει ποῦ βαδίζουμε. Οἱ ἀλλαγὲς ποὺ ἐπισυμβαίνουν εἶναι ἀνυπολό-γιστες καὶ ἀπρόβλεπτες. Γύρω μας κυριαρχεῖ ἕνας παγκόσμιος πανικός. Οἱ πολιτικοί διαρκῶς θριαμβολογοῦν, ὑπόσχονται, διαβεβαιώνουν, ἀντιμάχονται μεταξύ τους, τελικῶς ὅμως διαψεύδονται ἀπὸ τὶς ἐξελίξεις. Ὅλοι μιλοῦν γιὰ οἰκονομικὴ κρίση. Κάποιοι ἰσχυρίζονται ὅτι στὴν πραγματικότητα ζοῦμε μία κρίση ἀξιῶν, ἀλλὰ δὲν μποροῦν να μᾶς ποῦν τὶ σημαίνει αὐτό.
Αὐτὸ ποὺ ἐγὼ θὰ ἤθελα σήμερα νὰ σᾶς πῶ εἶναι ὅτι ἡ ὅποια κρίση, τουλά-χιστον στὴν πατρίδα μας, ἔχει δύο χαρακτηριστικὰ ποὺ σᾶς ἀφοροῦν: πρῶτον εἶναι κρίση τῆς παιδείας καὶ δεύτερον οἱ συνέπειές της ἐπηρεάζουν κυρίως τοὺς νέους. Σὰ λάθη ποὺ ἔγιναν καὶ συνεχίζουν νὰ γίνονται, ἐσεῖς οἱ νέοι θὰ τὰ πληρώσετε. Αὐτὴ τὴ στιγμὴ πληρώνουμε λάθη ποὺ ἔγιναν στὴν παιδεία τὶς τελευταῖες δεκαετίες. Ἂν ἡ παιδεία μας ἦταν ὅπως ἔπρεπε, τὰ πράγματα θὰ ἦταν πολὺ διαφορετικὰ σήμερα. Μᾶς ἔμαθαν νὰ ἀπομνημονεύουμε πληροφορίες, ἀλλὰ ὄχι νὰ σκεπτόμαστε∙ νὰ δίνουμε ἐξετάσεις ἀλλὰ ὄχι νὰ μορφωνόμαστε∙ νὰ ζητοῦμε καὶ νὰ διεκδικοῦμε, ἀλλὰ ὄχι νὰ δημιουργοῦμε∙ νὰ ἀντιδροῦμε, νὰ ἀγανακτοῦμε, ἀλλὰ ὄχι νὰ εἴμαστε ἐλεύθεροι∙ νὰ διψᾶμε γιὰ τὸ καινούργιο ἀλλὰ ὄχι γιὰ τὸ καλό. Μᾶς ἰσοπέδωσαν στὸ πολὺ λίγο καὶ πολὺ χαμηλά.
Ὑπάρχει τρόπος νὰ ἀντισταθοῦμε καὶ ἐλπίδα νὰ ἐπιβιώσουμε. Πρέπει νὰ ἀλλάξει ἡ παιδεία μας. Νὰ ἀποκτήσει πρώτη θέση στὴν ἐκπαίδευσή μας ἡ γλῶσσα, ἡ ἱστορία, ἡ σπουδὴ τῆς πίστης καὶ τῆς παράδοσής μας, ἡ καλλιέργεια τῆς ἐλευθερίας τοῦ πνεύματος. Αὐτὰ εἶναι ὅ,τι πιὸ σύγχρονο καὶ ἐπίκαιρο ὑπάρχει. Δυστυχῶς, χάσαμε τὴν ἐθνική μας ὑπερηφάνεια, τὴν ἱστορικὴ συνείδηση καὶ ψυχή μας, τὴ δύναμη τῆς βαθειᾶς εὐσέβειας, ποὺ δημιούργησαν τὸν πολυδιάστατο πολιτισμό μας. Ἀρκεσθήκαμε σὲ συμβουλὲς καὶ συμβολισμοὺς ποὺ κούρασαν, σὲ ἱστορικὲς ἀπομνημονεύσεις ποὺ δὲν εἶχαν σημασία, σὲ κανόνες καὶ πληροφορίες ποὺ ἀμέσως τὰ ξεχνᾶς. Καὶ ἀπορρίψαμε τὸν πλοῦτο μας χωρὶς νὰ τὸν ἔχουμε προηγουμένως γνωρίσει. Στὴν ἰσοπέδωση ποὺ ἐπέβαλε ἡ παγκοσμιοποίηση, ἡ πατρίδα μας κατέβαλε τὸ μεγαλύτερο ἴσως τίμημα ἀπὸ ὅλες τὶς χῶρες. Καὶ ἔτσι φτωχύναμε σὲ πολιτισμό, παιδεία καὶ πνεῦμα. Καὶ δὲν τὸ καταλάβαμε.
Καιρὸς πλέον νὰ ξεσηκωθοῦμε. Καινούργιο κρασὶ σὲ καινούργια ἀσκιά! Σὰ πάντα πρέπει νὰ ἀλλάξουν. Καὶ ἐπειδὴ δὲν θὰ τὰ ἀλλάξουν κάποιοι ἄλλοι, καιρὸς νὰ μποῦμε στὸ παιχνίδι ὅλοι. Κυρίως οἱ νέοι. Ὅλες οἱ καλὲς ἐπαναστάσεις ἔγιναν ἀπὸ ἐμπνευσμένους νέους. Ὄχι ἀπὸ ἀγανακτισμένους, ἀλλὰ ἀπὸ ὑγιῶς ἐπαναστατημένους. Ἐσεῖς καὶ πρέπει καὶ μπορεῖτε καὶ ἐπιβάλλεται νὰ ἀλλάξετε μὲ δική σας πρωτοβουλία τὸ μέλλον σας. Ὄχι μὲ βία, ἀλλὰ μὲ δύναμη καὶ ἀποφασιστικότητα. Οἱ ἐπαναστάσεις δὲν γίνονται μὲ βόμβες μολότωφ καὶ λοστούς, οὔτε μὲ αὐτοκαταστροφικὴ προσφυγὴ σὲ ναρκωτικὰ οὔτε μὲ καταλήψεις, μὲ graphiti στοὺς τοίχους καὶ μηδενιστικὲς ἐπιλογές, ἀλλὰ μὲ καθαρότητα, ἡρωισμὸ καὶ ἐξυπνάδα.
Ζητῆστε ποιότητα στὴν παιδεία σας. Ζητῆστε τέτοια παιδεία ποὺ νὰ ἀξίζει τὸν κόπο σας, τέτοια παιδεία ποὺ νὰ ἐπενδύει σὲ αὐτὴν τὸ μέλλον σας. Σὸ κατεστημένο σύστημα ἀπέτυχε παταγωδῶς. Μᾶς δείχνει ὅμως τὸν μονόδρομο τῆς ἐπιστροφῆς στοὺς θησαυρούς μας, τὴν κατεύθυνση τῆς διορθωτικῆς πορείας μας. Πρωτοτυπῆστε ἀπαιτῶντας πρῶτα ἀπὸ τοὺς ἑαυτούς σας συνέπεια, προσπάθεια, ψηλοὺς στόχους, ποιότητα, ἦθος. Ρωτῆστε τοὺς καθηγητές σας τὶ σημαίνουν αὐτὰ καὶ ἀπαιτῆστε κυρίως ἀπὸ τὸν θεολόγο σας νὰ σᾶς δείξει δρόμο γιὰ τὴν ἀλήθεια. Ἂν δὲν μποροῦν νὰ σᾶς βοηθήσουν, πιέστε τους νὰ καταλάβουν τὶς ἀνάγκες σας καὶ τὴν ἀποστολή τους. Αὐτὸ νὰ κάνετε μὲ ὅλους μας. Κυρίως μὲ τοὺς ἱερεῖς καὶ τὴν Ἐκκλησία. Μὴ λυπηθεῖτε κανέναν μας. Πρέπει νὰ ἀλλάξουν ὅλα καὶ ὅλοι μας.
Συνηθίζουμε νὰ λέμε «ὁ Θεὸς μαζί μας». Θέλω κι ἐγὼ νὰ τὸ πῶ, ἀλλὰ ὄχι τυπικά. Καὶ μόνον ἡ ἀναζήτηση τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ διευρύνει τοὺς ὁρίζοντες καὶ πλαταίνει τὴν καρδιὰ ὅσο τίποτε ἄλλο. Αὐτὸ χρειάζεστε. Ὁ θεὸς τῶν θρησκευτικῶν συμβουλῶν, τῶν ἱστοριῶν καὶ τῶν συμβολισμῶν εἶναι λίγος. Ὁ θεὸς ποὺ εἶναι μάθημα στὸ σχολεῖο μὲ βαθμὸ καὶ ἐξετάσεις δὲν ἀξίζει καὶ πολλά. Ὁ ἀληθινὸς Θεὸς εἶναι τὸ ζητούμενο. Αὐτὸς μόνο θὰ μᾶς λύσει τὸ πρόβλημα.
Σᾶς εὔχομαι λοιπὸν ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ καὶ Ο ΘΕΟΣ ΜΑΖΙ ΣΑΣ.
Μὲ πατρικὲς εὐχὲς καὶ ὅλη μου τὴν ἀγάπη,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† ῾Ο Μεσογαίας καὶ Λαυρεωτικῆς ΝΙΚΟΛΑΟΣ
http://www.imml.gr/

Thursday, September 22, 2011

…οι Εβραίοι θα ερεθίσουν τους Τούρκους να εισβάλλουν εις την Ελλάδα…

Πριν από μερικές ημέρες επεξεργαστήκαμε ένα ηχητικό απόσπασμα από μια συνάντηση του Γέροντα Ιωσήφ Βατοπεδινού με Ρώσους προσκυνητές. Αφαιρέσαμε τα Ρώσικα, ώστε να είναι πιο εύκολη η ακρόασή του.
Από το άκουσμα ξεχωρίσαμε και τονίσαμε στο άρθρο αυτό που λέει ο Γέροντας για τους Εβραίους: ”…οι Εβραίοι θα ερεθίσουν τους Τούρκους να εισβάλλουν εις την Ελλάδα…”
Σημειώστε την λέξη ‘ερεθίσει’.


Δείτε τώρα τι προτείνει αρθρογράφος Ramatkal της εβραϊκής εφημερίδας  JSSNews (Ισραήλ) χθες, 4 .9. 2011  αναλύοντας τις κινήσεις της Τουρκίας: Ανακαλύπτουμε, λέει ότι οι Τούρκοι θυμώνουν εξαιρετικά γρήγορα. Άρα, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να τους ερεθίσουμε!


Και αφού αναφέρει ότι ο ένας τρόπος για να ερεθίσουν τους Τούρκους είναι να υποστηρίξουν το ΡΚΚ, δείτε πως συνεχίζει: ”Περαιτέρω, την ίδια στιγμή, θα μπορούσαμε να προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας στους Έλληνες και Κύπριους που θα μπουν τότε στον πειρασμό να διώξουν τους Τούρκους εποίκους από τα εδάφη τους. Και με αυτό τον τρόπο, η Τουρκία θα έχανε σε τρία μέτωπα και θα σταματούσε τις προκλήσεις της εναντίον μας!”


Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να το αναλύσουμε και πολύ. Τα πράγματα μιλάνε από μόνα τους.


Ακούστε πάλι τον γέροντα, ειδικά στο 4:35… που αναφέρει τα ανωτέρω.

…η αμέσως επόμενη κουβέντα του Γέροντα, είναι: ”Η Τούρκοι θα ‘ρθουν εις την Ελλάδα, διότι δεν έχομε κυβέρνηση…”
Νομίζω ότι κανείς δεν πρέπει να αμφιβάλει πλέον ότι η τωρινή κυβέρνηση θα πέσει….και ότι…καμία δεν θα αναλάβει.

ΑΝΑΝΕΩΣΗ 10 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ
Μάλλον ο Ramatkal έχει πληροφορίες εκ των έσω. Μερικές ημέρες μετά το άρθρο του, το Ισραήλ αφήνει να διαρρεύσει ότι σκέφτεται σοβαρά το ενδεχόμενο να βοηθήσει στην εκπαίδευση των Κούρδων ανταρτών του PKK!

Η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία

- Γέροντα, εύκολα κρίνω και κατακρίνω. - Η κρίση που έχεις, είναι, φυσικά, χάρισμα που σου έδωσε ο Θεός, αλλά την εκμεταλλεύεται το ταγκαλάκι και σε κάνει να κατακρίνης και να αμαρτάνης. Γι’ αυτό, μέχρι να εξαγνισθή η κρίση σου και να έρθη ο θείος φωτισμός , να μην την εμπιστεύεσαι. Όταν κανείς ασχολήται με άλλους και τους κρίνη, ενώ ακόμη δεν έχει εξαγνισθή η κρίση του, πέφτει συνέχεια στην κατάκριση. - Και πώς, Γέροντα, θα εξαγνισθή η κρίση μου; - Πρέπει να την λαμπικάρης. Μπορεί να έχης καλή διάθεση και μια δύναμη μέσα σου, αλλά πιστεύεις ότι κρίνεις πάντοτε σωστά. Η κρίση σου όμως είναι ανθρώπινη, κοσμική. Προσπάθησε να απαλλαγής από το ανθρώπινο στοιχείο, να αποκτήσης ανιδιοτέλεια, για να έρθη ο θείος φωτισμός και να γίνη η κρίση σου πνευματική, θεϊκή. Τότε κρίση σου θα είναι σύμφωνη με την δικαιοσύνη του Θεού και όχι με την ανθρώπινη δικαιοσύνη με την αγάπη και την ευσπλαχνία του Θεού και όχι με την λογική την ανθρώπινη. Μόνον ο Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αυτός γνωρίζει τις καρδιές των ανθρώπων. Εμείς, επειδή δεν ξέρουμε την δίκαιη κρίση του θεού, κρίνουμε «κατ’ όψιν», εξωτερικά, και γι’ αυτό πέφτουμε έξω και αδικούμε τον άλλον. Η ανθρώπινη κρίση μας δηλαδή είναι μια μεγάλη αδικία. Είδες τι είπε ο Χριστός: «Μη κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε». Θέλει πολλή προσοχή ποτέ δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα. Πριν από χρόνια σε ένα μοναστήρι στο Άγιον Όρος ήταν ένας πολύ ευλαβής διάκος. Κάποτε όμως φόρεσε ρούχα κοσμικά και γύρισε στην πατρίδα του. Τότε πολλοί Πατέρες είπαν διάφορα εναντίον του. Αλλά τι είχε γίνει; Κάποιος του είχε γράψει ότι οι αδελφές του ήταν ακόμα ατακτοποίητες και, επειδή φοβήθηκε μήπως παραστρατήσουν, πήγε να τις βοηθήση. Έπιασε δουλειά σε ένα εργοστάσιο και ζούσε πιο καλογερικά από ό,τι προηγουμένως. Μόλις ταχτοποίησε τις αδελφές του, άφησε την δουλειά του και πήγε πάλι σε μοναστήρι, για να μείνη. Ο ηγούμενος , όταν είδε ότι τα ήξερε όλα, τυπικό, διακονήματα κ.λπ., τον ρώτησε πού τα έμαθε και εκείνος άνοιξε την καρδιά του και του τα είπε όλα. Τότε ο ηγούμενος ενημέρωσε τον επίσκοπο, και εκείνος τον χειροτόνησε αμέσως ιερέα. Μετά πήγε σε ένα απομακρυσμένο μοναστήρι και εκεί ζούσε πολύ πνευματική ζωή, με πολλή άσκηση. Έφθασε σε αγία κατάσταση και βοήθησε πνευματικά πολλούς ανθρώπους. Μερικοί που δεν ξέρουν τι απέγινε μπορεί ακόμη να τον κατακρίνουν. Πόσο πρέπει να προσέχουμε την κατάκριση! Πόσο αδικούμε τον πλησίον μας, όταν τον κατακρίνουμε! Αν και στην πραγματικότητα με την κατάκριση αδικούμε τον εαυτό μας και όχι τους άλλους, διότι μας αποστρέφεται ο Θεός. Τίποτε άλλο δεν αποστρέφεται τόσο πολύ ο Θεός όσο την κατάκριση, γιατί ο Θεός είναι δίκαιος και η κατάκριση είναι γεμάτη από αδικία.
Πηγή: Από το βιβλίο: «Πάθη και Αρετές» Γέροντος Παΐσιου Αγιορείτου Λόγοι Ε’

Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος οἱ Ἰσαπόστολοι καὶ Φωτιστὲς τῶν Σλάβων (11 Μαΐου)

Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος καὶ Μεθόδιος, κατὰ κόσμον Κωνσταντίνος καὶ Μιχαήλ, ἦταν τέκνα τοῦ δρουγγάριου – στρατιωτικοῦ διοικητοῦ Λέοντος καὶ γεννήθηκαν στὴν Θεσσαλονίκη. Εἶχαν δὲ ἄλλα πέντε ἀδέλφια. Ὁ Κωνσταντίνος ἦταν ὁ μικρότερος καὶ εἶχε μεγάλη ἐπιμέλεια στὰ γράμματα. Παιδὶ ἀκόμη, εἶχε διαβάσει τὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ εἶχε γράψει ὕμνο πρὸς τιμήν του. Τὰ χαρίσματά του τὰ πρόσεξε ὁ λογοθέτης Θεόκτιστος καὶ τὸν ἔστειλε στὴν σχολὴ τῆς Μαγναύρας, ὅπου μὲ τὴν καθοδήγηση τοῦ Λέοντος τοῦ Μαθηματικοῦ καὶ τοῦ ἱεροῦ Φωτίου σπούδασε βασικὰ φιλοσοφία. Διέπρεψε στὶς σπουδές του καὶ ἀρχικὰ διορίσθηκε χαρτοφύλακας (ἀρχιγραμματέας) τοῦ Πατριαρχείου καὶ ἀργότερα καθηγητὴς τῆς φιλοσοφίας στὴ σχολὴ τῆς Μαγναύρας.

Ὁ Μιχαὴλ ἀκολούθησε τὴν σταδιοδρομία τοῦ πατέρα τους. Ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ ἀνέλαβε τὴν διοίκηση τῆς περιοχῆς τῶν πηγῶν τοῦ Στρυμόνος, δηλαδὴ στὰ σημερινὰ σύνορα Βουλγαρίας καὶ Σερβίας, ὅπου καὶ γνώρισε καλὰ τοὺς Σλάβους. Παρὰ τὴν ἐπιτυχημένη σταδιοδρομία καὶ τῶν δύο ἀδελφῶν, βαθιὰ τοὺς συγκλόνιζε ὁ ζῆλος γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή. Εἶχαν μοναστικὴ κλίση, ἀλλὰ πίστευαν στὴ μαρτυρικὴ διακονία τῆς κλίσεώς τους αὐτῆς, γιὰ νὰ σωθοῦν καὶ ἄλλες ψυχές.

Ὁ 9ος αἰώνας μ.Χ., ὅταν καὶ ἔλαμψαν οἱ Ἅγιοι, εἶναι μία μεγάλη ἐποχὴ τοῦ Βυζαντίου. Χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀκμὴ στὴν πολιτικὴ καὶ στρατιωτικὴ δύναμη καὶ ἀπὸ ἄνθηση στὴν οἰκονομία, στὰ γράμματα, στὶς τέχνες. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἀνατολῆς ἀνασυγκροτεῖται μετὰ τὴν τρικυμία τῆς εἰκονομαχίας. Τὸ πρόβλημα τῆς εἰκονομαχίας, νά μπορεῖ ἡ φύση τοῦ Θεοῦ, ἡ θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη, νὰ παρασταθεῖ εἰκονικά, ἔχει ἐπιλυθεῖ. Τὰ ρήγματα ὅμως ἀπὸ τὶς ἐκκλησιαστικὲς καὶ πολιτικὲς συγκρούσεις μεταξὺ Δύσεως καὶ Ἀνατολῆς γίνονται βαθύτερα. Τὰ ἐγκόσμια συμφέροντα, οἱ ἀνταγωνισμοὶ γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτικὴ ἐξουσία διασποῦν τὴν μέχρι τότε ἑνιαία Χριστιανικὴ Οἰκουμένη σὲ δύο παράλληλους κόσμους, τὸ Βυζαντινὸ καὶ τὸ Φραγκικό. Οἱ διαφορὲς εἶναι ὁρατὲς στὰ μέσα τοῦ 9ου αἰῶνος μ.Χ., ὅταν ἀνέκυψε τὸ θέμα τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ τῶν Σλάβων τῆς Δύσεως. Σὲ αὐτὴν τὴν ἀντιδικία μπλέκονται οἱ δύο Θεσσαλονικεῖς ἀδελφοί.

Ἀρχικὰ ὁ Κωνσταντίνος ἀναπτύσσει ἱεραποστολικὸ ἔργο μεταξὺ τῆς Τουρκικῆς φυλῆς τῶν Χαζάρων. Ἡ μεγάλη ὅμως εὐκαιρία δίνεται τὸ καλοκαίρι τοῦ 862 μ.Χ., ὅταν φθάνει στὴν Κωνσταντινούπολη πρεσβεία τοῦ ἡγεμόνος τῶν Μοραβῶν Ραστισλάβου, ποὺ τὸ ἔθνος του κατοικοῦσε ἀπὸ τὴ Βοημία μέχρι τὰ Καρπάθια καὶ τὸ Δούναβη. Ὁ Ραστισλάβος ζητᾶ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Μιχαὴλ ἕναν Ἐπίσκοπο καὶ δάσκαλο, γιὰ νὰ τοὺς διδάξει στὴ γλώσσα τους τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ νὰ προσέλθουν καὶ ἄλλοι στὸν Χριστό. Εἶχαν βαπτισθεῖ πολλοί, ἀλλὰ καὶ οἱ βαπτισμένοι ἀπὸ τοὺς Λατίνους ἱεραποστόλους ἀγνοοῦσαν τόν Χριστιανισμό, ὅσο καὶ οἱ ἀβάπτιστοι, ἀφοῦ οἱ Λατῖνοι, συνεπεῖς στὴν παράδοσή τους, τοὺς ἐπέβαλαν τὴν γνώση τοῦ Εὐαγγελίου στὰ λατινικὰ καὶ τὴν λατρεία πάλι στὰ λατινικά, δηλαδὴ σὲ μία γλώσσα ποὺ ἀγνοοῦσαν.

Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ προσκαλεῖ τὸν φιλόσοφο Κωνσταντίνο νὰ ἀναλάβει αὐτὴν τὴν ἀποστολὴ πρὸς τοὺς Μοραβούς. Τὸ ἔργο τὸ δέχεται ὁ Κωνσταντίνος ὑπὸ τὴν προϋπόθεση τῆς δημιουργίας γραφῆς στὴ γλῶσσα τῶν Μοραβῶν. Μετὰ ἀπὸ μελέτες φτιάχνει τὸ λεγόμενο γλαγολιτικὸ (ὄχι τὸ κυριλλικό) ἀλφάβητο καὶ ἀρχίζει τὴν μετάφραση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῆς Βυζαντινῆς Λειτουργίας, καθὼς καὶ ἄλλων βιβλίων.

Τὴν ἄνοιξη τοῦ 863 μ.Χ., ὁ Κωνσταντίνος παίρνει τὸν ἀδελφό του Μιχαήλ, ποὺ εἶχε γίνει μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Μεθόδιος, καὶ φθάνει στὴν αὐλὴ τοῦ Ραστισλάβου. Ἡ ἐργασία τους διαρκεῖ τρία χρόνια. Ἔκαναν σπουδαῖες μεταφράσεις, εἰσήγαγαν τὴν βυζαντινὴ παράδοση τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας στὴ Μοραβία. Ἄνοιξαν τοὺς πολιτιστικοὺς ὁρίζοντες τοῦ εὐαγγελιζόμενου λαοῦ. Ἔγιναν οἱ πραγματικοὶ φωτιστές του. Μὲ ἀφετηρία τὴν ἀρχὴ ὅτι κάθε λαὸς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ λατρεύει τὸν Θεὸ στὴ μητρική του γλώσσα, οἱ ἅγιοι ἀδελφοὶ συγκρότησαν γραπτὴ σλαβικὴ γλώσσα, μετέφρασαν τὰ λειτουργικὰ βιβλία στὴ γλώσσα αὐτή, καθιέρωσαν τὴν σλαβικὴ ὡς λειτουργικὴ γλώσσα, ἔγραψαν καὶ πρωτότυπα ἔργα καὶ κατέστησαν διδάσκαλοι δεκάδων μαθητῶν γιὰ τὴν ἐπάνδρωση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας μὲ διακόνους καὶ πρεσβυτέρους, ἄριστους γνῶστες τῆς λειτουργικῆς παλαιοσλαβικῆς γλώσσας.

Ἡ διείσδυση ὅμως αὐτὴ ἐνόχλησε τοὺς Φράγκους καὶ τὴ Ρώμη ποὺ ἄρχισαν νὰ ὑποσκάπτουν ἀδιάκοπα τὴν ἱεραποστολικὴ ἐργασία τους.

Ἡ θέση ἡ δική τους, καθὼς καὶ τῶν συνεργατῶν τους μοναχῶν, ἔγινε δύσκολη, ὅταν στὴν Πόλη τὴν ἐξουσία κατέλαβε ὁ Βασίλειος ὁ Β’, ποὺ ξαναέφερε στὸν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ὡς Πατριάρχη τὸν Ἰγνάτιο καὶ ἐπανασύνδεσε τὸ Βυζάντιο μὲ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης. Τὸ 866 μ.Χ. καὶ οἱ Βούλγαροι εἶχαν συνδεθεῖ μὲ τὴν Ρώμη. Ἔτσι ἡ ἱερποστολὴ ἀπομονώθηκε ἀπὸ τὶς ρίζες της καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ ἔλθει σὲ συνδιαλλαγὴ μὲ τοὺς Λατίνους.

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 868 μ.Χ., ὁ Κωνσταντίνος καὶ ὁ Μεθόδιος φθάνουν στὴ Ρώμη κομίζοντας τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ ἱεραποστόλου Κλήμεντος, ποὺ εἶχε μαρτυρήσει στὴ χώρα τῶν Χαζάρων. Προσπαθοῦν νὰ τακτοποιήσουν τὶς διαφορές τους μὲ τοὺς Λατίνους ἱεραποστόλους ἐνώπιον τοῦ Πάπα Ἀνδριανοῦ Β’. Ἡ μόρφωση καὶ ἡ εὐσέβεια τῶν δύο ἀδελφῶν κατέπληξε τοὺς Ρωμαίους κληρικούς. Ὁ Πάπας ἀναγνώρισε τὸ ἔργο τους πανηγυρικά, ἀλλὰ ἐπεδίωξε νὰ τὸ ἀποσυνδέσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ νὰ τὸ προσεταιρισθεῖ. Ὁ Πάπας Ἀνδριανὸς παρέλαβε ἀπὸ τοὺς ἱεραποστόλους τὰ σλαβικὰ βιβλία, τὰ εὐλόγησε, τὰ ἀπέθεσε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Μαρίας, τὸν ἀποκαλούμενο Φάτνη καὶ τέλεσε μὲ αὐτὰ τὴν Θεία Λειτουργία. Στὸ σημεῖο αὐτὸ πρέπει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι ὁ Πάπας ἀπέθεσε τὰ σλαβικὰ βιβλία στὴν Ἁγία Τράπεζα καὶ τὰ πρόσφερε ὡς ἀφιέρωμα στὸ Θεό. Ἔδωσε μάλιστα ἐντολὴ σὲ δύο Ἐπισκόπους, τὸν Φορμόζο καὶ τὸν Γκόντριχον, νὰ προχωρήσουν στὴ χειροτονία τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου, τῶν μελλοντικῶν κληρικῶν τῶν Σλάβων στὴ μητρική τους γλώσσα. Καὶ μετὰ ταῦτα δόθηκε ἡ ἄδεια σὲ αὐτούς, τοὺς νεοχειροτόνητους κληρικούς, νὰ τελέσουν τὴ θεία λειτουργία σλαβιστὶ στοὺς ναοὺς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, τῆς Ἁγίας Πετρωνίλλας καὶ τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου.

Ὁ Πάπας καταδίκασε ἀκόμη τοὺς πιστοὺς ποὺ ἀντιδροῦσαν στὴν λειτουργικὴ χρήση τῆς σλαβικῆς γλώσσας καὶ τοὺς ἀποκάλεσε Πιλατιανοὺς καὶ Τριγλωσσίτες. Μάλιστα ὑποχρέωσε ἕναν Ἐπίσκοπο, ποὺ ὑπῆρξε ὀπαδὸς τοῦ Τριγλωσσισμοῦ, νὰ χειροτονήσει τρεῖς ἱερεῖς καὶ δύο ἀναγνῶστες ἀπὸ τοὺς Σλάβους μαθητὲς τῶν δύο Ἁγίων ἀδελφῶν.

Καὶ τὸ ἐπιστέγασμα τῆς λειτουργικῆς πανδαισίας σλαβιστὶ συνδέθηκε μὲ τὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν Παῦλο. Οἱ Σλάβοι μαθητὲς – κληρικοὶ λειτουργοῦσαν τὴν νύχτα πάνω στὸν τάφο τοῦ μεγάλου διδασκάλου τῶν ἐθνικῶν, τοῦ Παύλου. Καὶ μάλιστα εἶχαν ὡς συλλειτουργοὺς τους τὸν Ἐπίσκοπο Ἀρσένιο, δηλαδὴ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ ἐπισκόπους συμβούλους τοῦ Πάπα, καὶ τὸν Ἀναστάσιο τὸν Βιβλιοθηκάριο. Ἡ πράξη αὐτὴ δὲν ἦταν τυχαία. Εἶχε συμβολικὸ χαρακτήρα. Συνέδεε καὶ παραλλήλιζε τὸ ἔργο τῶν Ἁγίων Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου μὲ τοὺς ἱεραποστολικοὺς ἄθλους τοῦ Παύλου. Σημειωτέον ὅτι ὁ ναὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου βρισκόταν ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως. Καὶ συνεπῶς ἡ μετάβαση καὶ ἡ τέλεση Λειτουργίας σὲ αὐτὸν σλαβιστὶ καὶ μάλιστα ἐπάνω στὸν τάφο τοῦ Ἀποστόλου δὲν ἀποτελοῦσε πράξη ρουτίνας, ποὺ ἀπέβλεπε ἁπλῶς στὴν τέλεση ὁρισμένων λειτουργιῶν στὴ σλαβικὴ γλώσσα. Ἦταν ἡ πανηγυρικὴ ἔγκριση τῆς σλαβικῆς ὡς λειτουργικῆς γλώσσας ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο τῶν ἐθνῶν καὶ τῆς ἀκροβυστίας.

Στὸ διάστημα τῆς παραμονῆς τους στὴ Ρώμη, ὁ Κωνσταντίνος ἀρρωσταίνει βαριά. Προαισθάνεται τὸ τέλος του καὶ ζητᾶ νὰ πεθάνει ὡς μοναχός. Κείρεται μοναχὸς καὶ ὀνομάζεται Κύριλλος. Στὶς 4 Φεβρουαρίου τοῦ 869 μ.Χ. ὁ πύρινος ἱεραπόστολος, ποὺ ἄναψε τὴν φωτιὰ τῆς πίστεως καὶ τοῦ πολιτισμοῦ στὸ σλαβικὸ κόσμο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ὁ Μεθόδιος θέλει νὰ μεταφέρει τὸ σκήνωμά του στὴ Θεσσαλονίκη, ἀλλὰ ὁ Πάπας Ἀνδριανὸς δὲν τὸ ἐπιτρέπει καὶ τὸν θάβει στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Κλήμεντος, ὅπου μέχρι καὶ σήμερα δείχνεται ὁ τάφος του.

Στὴ συνέχεια, ὁ Μεθόδιος χειροτονεῖται ἀπὸ τὸν Πάπα Ἀρχιεπίσκοπος Σιρμίου, γιὰ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὴν Παννονία. Ἡ Ρώμη ἐπιδέξια οἰκειοποιεῖται τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως.

Ἡ ζωὴ ὅμως τοῦ Μεθοδίου, ὡς Ἀρχιεπισκόπου, περιπλέκεται στοὺς ἀνταγωνισμοὺς τῶν Λατίνων καὶ τῶν Φράγκων Ἐπισκόπων, στὶς δολοπλοκίες τῶν ἡγεμόνων καὶ τῶν ἀρχόντων καὶ γίνεται μαρτυρική. Τὸν φυλακίζουν δυόμιση χρόνια σὲ μοναστήρι τοῦ Μέλανος Δρυμοῦ καὶ μόλις τὸ 873 μ.Χ. ὁ Πάπας Ἰωάννης Η’ τὸν ἐλευθερώνει καὶ τὸν ἀποκαθιστᾶ. Ἡ λατρεία ὅμως στὰ σλαβονικὰ ἀπαγορεύεται καὶ μόνο τὸ κήρυγμα ἐπιτρέπεται. Τὸ 885 μ.Χ., στὴ Μοραβία, ὁ Μεθόδιος παραδίδει τὸ πνεῦμα του μέσα σὲ ἕνα κλίμα ἀντιδράσεων καὶ ραδιουργιῶν. Εἶχε ὅμως προετοιμάσει διακόσιους νέους ἱεραποστόλους. Αὐτοὶ ξεχύθηκαν στὴν Ἀνατολικὴ Εὐρώπη, διέδωσαν καὶ στερέωσαν τὴν Ὀρθοδοξία στὰ σλαβικὰ Ἔθνη. Ἦταν τέτοια δὲ ἡ δύναμη καὶ τὸ ρίζωμα τοῦ ἔργου τους, ὥστε οὔτε ἡ λαίλαπα τῆς Οὐνίας τοῦ 6ου αἰῶνος μ.Χ. κατόρθωσε νὰ ἐξανεμίσει τὸ θεολογικὸ καὶ πολιτισμικὸ ἔργο τῶν δύο Ἰσαποστόλων ἀδελφῶν, τοῦ Κυρίλλου καὶ τοῦ Μεθοδίου.

Κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου ἀναρίθμητος λαός, ἀφοῦ συγκεντρώθηκε, τὸν συνόδευσε μὲ λαμπάδες καὶ θρήνησε τὸν ἀγαθὸ διδάσκαλο καὶ ποιμένα. Ἄνδρες καὶ γυναῖκες, μικροὶ καὶ μεγάλοι, πλούσιοι καὶ φτωχοί, ἐλεύθεροι καὶ δοῦλοι, χῆρες καὶ ὀρφανά, ξένοι καὶ ντόπιοι, ἀσθενεῖς καὶ ὑγιεῖς, ὅλοι τὸν συνόδευσαν, γιατί ἔδινε τὰ πάντα σὲ ὅλους, γιὰ νὰ τοὺς κερδίσει.

Ἡ ἱεραποστολικὴ πορεία τους, παρὰ τὰ τόσα θρησκευτικὰ καὶ πολιτιστικὰ ἐπιτεύγματά της γιὰ ὁλόκληρο τὸ Βορρά, δὲν μᾶς εἶναι γνωστὴ ἀπὸ τοὺς Βυζαντινούς. Ἂν καὶ ἐργάσθηκαν ὅσο λίγοι γιὰ τὴν δόξα τῆς Ὀρθοδοξίας, ἄργησαν οἱ Ἑλληνόφωνες Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες νὰ τοὺς περιλάβουν στὸν κατάλογο τῶν ἐκλεκτῶν τοῦ Θεοῦ Ἁγίων. Τὴ ζωὴ καὶ τὴ δράση τους τὴ μαθαίνουμε ἀπὸ σλαβικὲς καὶ λατινικὲς πηγὲς καὶ ἀπὸ δύο παλαιοσλαβονικὲς βιογραφίες.

Οἱ δύο Ἅγιοι ἀνεδείχθησαν ἄξιοι μιμητὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου σὲ πολλοὺς τομεῖς τοῦ βίου καὶ τῆς δράσεώς τους. Κατ’ ἀρχὰς ἐντάσσονται μέσα στὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας. Καὶ μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ ἡ Θεία Οἰκονομία ἐκφράζεται κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο μὲ τὴ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «ὃς πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν», τὴν ὁποία ἐπαναλαμβάνει ὁ βιογράφος τοῦ Ἁγίου Μεθοδίου, τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς ἀνέστησε ὡς διδάσκαλο στοὺς καιρούς του χάριν τοῦ Σλαβικοῦ γένους, γιὰ τὸ ὁποῖο ποτὲ κανεὶς ποτὲ δὲν εἶχε ἐνδιαφερθεῖ.
Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος μιμήθηκε τὸν Ἀπόστολο Παῦλο στὴν περιφρόνηση τῶν κινδύνων, ἰδίως στὰ ταξίδια καὶ τὶς περιπλανήσεις του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ βιογράφος του σημειώνει ὅτι σὲ ὅλα τὰ ταξίδια του ὁ Μεθόδιος περιέπεσε σὲ πολλοὺς κινδύνους, ποὺ προκλήθηκαν ἀπὸ τὸν κακὸ ἐχθρὸ (τὸ διάβολο). Κινδύνευσε στὶς ἐρήμους ἀπὸ τοὺς ληστές, στὴ θάλασσα ἀπὸ τρικυμίες, στὰ ποτάμια ἀπὸ θανάσιμους κινδύνους καὶ ἔτσι ἐκπληρώθηκε σὲ αὐτὸν ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου: «Κινδύνοις ληστῶν, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις, ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψῃ» καὶ σὲ ὅλα τὰ παθήματα, τὰ μνημονευόμενα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο. Καὶ ὀφείλουμε νὰ ὑπογραμμίσουμε ὅτι στὸ σχόλιο αὐτὸ δὲν ὑπάρχει κάτι τὸ ὑπερβολικό, ἂν ἀναλογισθοῦμε τὰ ταξίδια του στὴν Κριμαία, τὴ Χαζαρία καὶ τὴ χώρα τῶν Φούλλων, τὴ μετάβασή του στὴ Μοραβία, τὸ ταξίδι στὴ Ρώμη μέσῳ Παννονίας καὶ Βενετίας, τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Παννονία καὶ τὴ Μοραβία, τὴ σύλληψή του ἀπὸ τοὺς Φράγκους, τὴ δίκη καὶ καταδίκη του, τὴ φυλάκισή του ἐπὶ δυόμισι ἔτη, τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὶς συκοφαντίες σὲ βάρος του, τὴ μετάβασή του στὴ Ρώμη καὶ τὴν Κωνσταντινούπολη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀποστόλων τὸν ζῆλον ἐπιδειξάμενοι, ἐπὶ τὰς χώρας τῶν Σλάβων Εὐαγγελίου τὸ φῶς, διηυγάσατε λαμπρῶς θείῳ κηρύγματι, Θεσσαλονίκης οἱ βλαστοί, καὶ ἀστέρες φαεινοί, Μεθόδιε σὺν Κυρίλλῳ, αὐτάδελφοι θεηγόροι, Ἐκκλησιῶν ἡ σεμνοπρέπεια.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐξ εὐκλεοῦς ἀναβλαστήσαντες ῥίζης, καὶ ἐν ἁπάσῃ παιδευθέντες σοφίᾳ, Θεσσαλονίκης φοίνικες οἱ πάγκαρποι, ὁ θεόφρων Κύριλλος, καὶ Μεθόδιος ἅμα, ὤφθησαν ¨ομότροποι, τῶν σοφῶν Ἀποστόλων, καὶ τὰς τῶν Σλάβων χώρας ἀληθῶς, θεογνωσίας φωτὶ κατεφώτισαν.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις αὐταδέλφων ἡ ξυνωρίς, Κύριλλε τρισμάκαρ, καὶ Μεθόδιε ἱερέ, τῆς Θεσσαλονίκης, βλαστοὶ οἱ θεοφόροι, καὶ φωτισταὶ τῶν Σλάβων οἱ ἐνθεώτατοι.