Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς εἶχε πατρίδα τὴν Κόρινθο. Γεννήθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ πέμπτου αἰῶνος μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ χριστιανικὴ οἰκογένεια. Οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἰωάννης καὶ Εὐδοκία. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ ὁ θεῖος του Πέτρος ἦταν ἐπίσκοπος τῆς Κορίνθου. Ἀπὸ τὸν θεῖο του ἔγινε ἀναγνώστης. Ὀ ἅγιος κυριεύθηκε ἀπὸ πόθο Θεοῦ καὶ ἐπῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα. Ἐκεῖ προσῆλθε στὸν μέγαν Εὐθύμιον, ὁ ὁποῖος τὸν δέχθηκε μὲ χαρά. Δέχεται ἀπὸ αὐτὸν τὴν μοναχικὴ κουρά σὲ ἡλικία δεκαοκτὼ ἐτῶν. Ἐπειδὴ ἦταν πολὺ νέος στάλθηκε ἀπὸ τὸν ἅγιο Εὐθύμιο πρὸς τὸν ἅγιο Γεράσιμο. Ὁ θεῖος Κυριακὸς ὑπηρετοῦσε μὲ πολλλὴ προθυμία τὸν μεγάλον Γεράσιμο, ὥστε καὶ αὐτὸς (ὁ Γεράσιμος) τὸν παρελάμβανε μαζί του στὴν Ἔρημο τοῦ Ρουβᾶ, ὅπου ἐπήγαινε κατὰ τὸν καιρὸ τῆς νηστείας τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου Γερασίμου, ἐπῆγε στὴν Λαύρα τοῦ μεγάλου Εὐθυμίου καὶ ἡσύχαζε. Μετὰ ἐπῆγε στὴν Λαύρα τοῦ Χαρίτωνος ποὺ ὀνομαζόταν (Λαύρα) τοῦ Σουκᾶ. Ἐκεῖ χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ ὅσο χρόνο διέμενε δὲν θύμωσε ποτὲ, δὲν ἐτρωγε τίποτα κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἡμέρας, ἀλλὰ μόνον τὴν νύκτα. Εἰς ἡλικία ἑβδομῆντα ἑπτὰ ἐτῶν ἀνεχώρησε στὴν ἔρημο τοῦ Νατουφᾶ, ὅπου τρεφόταν μὲ ἀγριοκρέμμυδα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔφαγε κρυφὰ ὁ μαθητής του καὶ ἀπὸ τὴν σωματική του βλάβη ἔγινε σὰν νεκρός · ὁ ἅγιος διὰ τῆς προσευχῆς του τὸν ἀνέστησε. Ἐπίσης καὶ ἕνα νέον ποὺ ἔπασχε ἀπὸ διαμόνιο, τὸν ἐλευθέρωσε.
Σὲ ἡλικία 99 ἐτῶν μετέβη στὴν ἔρημο τοῦ Σουσακείμ, ἀφοῦ ἐπιθυμοῦσε τὴν ἡσυχαστικὴ ζωή. Ἐκεῖ μάλιστα εἶχε ὁ ἀοίδιμος (ἀείμνηστος) καὶ ἕνα λιοντάρι ποὺ τὸν ὑπηρετοῦσε καἰ φύλαγε τἀ λάχανα. Μιὰ φορὰ λόγῳ μεγάλης ξηρασίας ξηραίνονταν τὰ λάχανα καὶ ὁ ἅγιος ὑπέφερε ἀπὸ δίψα. Τότε θαυματουργικῶς,μετὰ ἀπὸ τὴν προσευχή του ἦλθε πάνω ἀπὸ τόν τόπον του ἑνα σύννεφο καὶ ἔβρεξε τόσο ὥστε νὰ γεμίσουν οἱ στάμνες καὶ τὰ κοιλώματα τῶν πετρῶν. Μετὰ οἱ πατέρες τῆς Λαύρας τοῦ Σουκᾶ ἦλθαν καὶ τὸν παρεκάλεσαν ἔντονα νὰ μεταβεῖ στὸ σπήλαιο τοῦ ἁγίου Χαρίτωνος. Ὁ ἄγιος Κυριακὸς ὑπάκουσε καὶ ἐπῆγε. Ἀπὸ τὸν ἅγιο Κυριακὸ ἔλαβε ὅλες τὶς λεπτομερεῖς πληροφορίες ὁ Κύριλλος γιὰ τοὺς μεγάλους ὁσίους Εὐθύμιο καὶ Σάββα. Ἀργότερα ὁ Κύριλλος ἔγραψε τοὺς βίους καὶ τὰ κατρθώματα τῶν ὁσίων αὐτῶν. Ἔζησε ἑκατὸν ἑπτὰ ἔτη καὶ μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του δὲν σταμάτησε στὸ παραμικρὸ τὴν ἄσκησή του. Ἦταν δὲ ὁ ἅγιος αὐτὸς πρᾷος, εὐκολοπλησιάστος καὶ προέλεγε τὰ μέλλοντα ἐκ θείας ἀποκαλύψεως. Ἦταν μεγαλόσωμος καὶ εἶχε κάποιαν ὡραιότητα καὶ φυσικὴ χάρη. Ὅλα τὰ μέλη τοῦ σώματός του σώζονταν ὑγιᾶ χωρὶς καμμίαν βλάβην ἀπὸ τὰ γηρατειά του. Ἀφοῦ ἀσθένησε λίγο παρέδωσε τὴν ψυχή του εἰς τὸν ποθούμενον Κύριον.
Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Νικοδήμου Ἁγιορείτου «Συναξαριστὴς Σεπτεμβρίου» (Ἐκδόσεις «Ὀρθόδοξος Κυψέλη»
No comments:
Post a Comment